Aν το σημερινό φύλλο κυκλοφορούσε δυο – τρεις μέρες πριν, ο τίτλος αυτού του άρθρου θα μπορούσε να είναι «Ενας απολογισμός». Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, θα γράφαμε, έγινε το επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής, έφερε στη Μόσχα ηγέτες και υπουργούς, αποσταθεροποίησε την Ουκρανία και απέσπασε από τη Δύση δεσμεύσεις τόσο για μείωση των εξοπλισμών όσο και για αναβολή επ’ αόριστον της επέκτασης του ΝΑΤΟ. Κι όλα αυτά, χωρίς να ρίξει ούτε μια πιστολιά.
Ο Τζο Μπάιντεν, πάλι, συσπείρωσε γύρω του όλη τη Δύση, «ανέστησε» το ΝΑΤΟ, ξεπέρασε τις κακές εντυπώσεις που είχε δημιουργήσει η χαώδης αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν και έστειλε ένα μήνυμα στην Κίνα ότι καλά θα κάνει να μην τον υποτιμά. Κι όλα αυτά, χωρίς να προβεί σε καμιά από τις γραπτές παραχωρήσεις που του ζητούσε ο ρώσος ομόλογός του.
Ομως η αισιοδοξία που προκάλεσε η ανακοίνωση του Κρεμλίνου ότι αποσύρει ορισμένες δυνάμεις από τα σύνορα με την Ουκρανία αποδείχθηκε πρόωρη. Τα στοιχεία της αντικατασκοπίας έδειξαν ότι άλλες δυνάμεις είναι έτοιμες να πολεμήσουν. Και οι βομβαρδισμοί στις ελεγχόμενες από τη Μόσχα ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας θα μπορούσε να αποτελέσουν το προαναγγελθέν πρόσχημα για μια ρωσική εισβολή. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει βαρύτατες συνέπειες για όλους. Πρέπει λοιπόν να αποτραπεί.
Λύσεις υπάρχουν. Σύνοδοι κορυφής μπορεί να οργανωθούν και εγγυήσεις να δοθούν. Οπως είπε όμως ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών, το βασικό δίλημμα είναι του Πούτιν: ο ρώσος πρόεδρος θα πρέπει να επιλέξει αν θα είναι ένας μόνιμος ταραξίας ή θα γίνει πρωταγωνιστής και εταίρος στον σχεδιασμό ενός νέου πλαισίου σταθερότητας και ασφάλειας στην Ευρώπη. Στην πρώτη περίπτωση, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί ένας πόλεμος, για την υπεράσπιση όχι τόσο της Ουκρανίας όσο των δυτικών αξιών. Στη δεύτερη περίπτωση, θα ανατείλει μια νέα εποχή συνεργασίας και εμπιστοσύνης. Και οι μεγάλες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουν από κοινού τις πραγματικές απειλές για τον πλανήτη, με πρώτη την κλιματική αλλαγή.