«Τον Μάιο [του 1949] έμαθα ότι εγώ και ο Μπρους Λάνσντεϊλ είχαμε πάρει την υποτροφία Φουλμπράιτ για να διδάξουμε ως καθηγητές γυμνασίου στην Ελλάδα και πως η σύμβασή μας θα μας εξασφάλιζε έναν γενναιόδωρο μισθό, που υπέθετα πως θα ανερχόταν σε αρκετές κατοχικές δραχμές ώστε να γεμίζουν μια μικρή βαλίτσα. Ταυτοχρόνως κέρδισα μια υποτροφία Γούντροου Ουίλσον για ετήσιες μεταπτυχιακές σπουδές Αγγλικών σε πανεπιστήμιο της δικής μου επιλογής… Μόνο ο Μπεν Μέριτ, κλασικιστής στο Institute for Advanced Studies και πιστός φιλέλληνας της παλιάς σχολής, δήλωσε σε μια ιδιωτική συζήτηση ότι ένας χρόνος στην Ελλάδα θα μπορούσε πάντως να γεμίσει τόσο την ψυχή μου, ώστε οι σπουδές στο Κολούμπια ή το Χάρβαρντ να γίνουν λιγάκι πιο ανεκτές. Εγραψα τα υπέρ και τα κατά σ’ ένα κομμάτι χαρτί, το έσκισα, και στη συνέχεια κάθισα κι έγραψα ένα γράμμα αποδεχόμενος την πρόταση να διδάξω αγγλικά, μπάσκετ και θέατρο στα αγόρια της Βόρειας Ελλάδας» («Ακροβατώντας στα όρια», εκδ. Ωκεανίδα, 2004, μτφ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ