Στις 8 Μαΐου του 2014 ο Σον Γουόκερ (ανταποκριτής της «Guardian» στην Ανατολική Ευρώπη) προσκλήθηκε σε γεύμα στο χωριό Ιλγίτσα, μία ώρα με το αυτοκίνητο από το Ντονέτσκ. Βρέθηκε δίπλα στην εβδομηνταοκτάχρονη Ναντέζντα, γκριζομάλλα και αδύνατη, περπατούσε με μεγάλη δυσκολία και ήταν σχεδόν τυφλή. Οταν άρχισε ο πόλεμος, πρέπει να ήταν πέντε χρονών. Ο Γουόκερ τη βοήθησε λιγάκι με το φαγητό, τα χέρια της έτρεμαν και ξαφνικά είπε: «Γιούρα, εσύ είσαι; Γιούρα, αγάπη μου, γύρισες;». Ο Γουόκερ ζήτησε συγγνώμη, όχι, δεν ήταν ο Γιούρα, ήταν βρετανός δημοσιογράφος. «Γιούρα, μα εσύ είσαι! Ελειπες τόσο καιρό. Και τώρα γύρισες. Θα γίνει πάλι πόλεμος;».

Τώρα η μουσική άρχισε να παίζει δυνατά, δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλα της Ναντέζντα, αλλά όταν ο Γουόκερ σηκώθηκε για να φύγει τον έπιασε ξανά από το μπράτσο. «Θα γίνει πάλι πόλεμος;». «Οχι, δεν νομίζω». «Είσαι σίγουρος; Φοβάμαι πολύ. Στην τηλεόραση όλο πόλεμο δείχνουν, πόλεμο. Ολοι μιλάνε για πόλεμο κι εγώ πεθαίνω από τον φόβο μήπως ξαναγίνει. Ας τον σταματήσει ο Θεός, παρακαλώ, δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τον πόλεμο». Ετρεμε, προσπαθούσε με όλες της τις δυνάμεις να δει ποιος ήταν. Ο Γουόκερ την καθησύχασε, δεν υπήρχε λόγος να ανησυχεί, τι άλλο να έκανε;

Την επομένη είχε φτάσει η στιγμή: ναι, θα γινόταν πόλεμος. […]

Εκείνον τον ίδιο Μάιο του 2014 εγώ βρισκόμουν στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο του ετήσιου φεστιβάλ ΡΕΝ, σε μια συζήτηση ανάμεσα στον Ανταμ Μίχνικ, τον μεγάλο στρατηγικό σχεδιαστή πίσω από την πολωνική αντικομμουνιστική αντίσταση, και τον oύγγρο ομόλογό του Ντγέρντγι Κόνραντ. Οι δύο αγκαλιάστηκαν, χαρούμενοι σαν παλιοί συμμαχητές. Παρ’ όλα αυτά, δέκα λεπτά αργότερα, κάθονταν δίπλα δίπλα σαν δύο ευγενικά κοκόρια σε κοκορομαχία. Μάλιστα, η Ουκρανία. Κι οι δύο άντρες επιχειρηματολογούσαν με αφετηρία τη δική τους ιστορική εμπειρία. Ο Μίχνικ προπαγάνδιζε, υπό τα δυνατά χειροκροτήματα του αμερικανικού κοινού, τη σκληρή γραμμή: αλληλεγγύη με τα αγόρια και τα κορίτσια του κινήματος Μάινταν, χάραξη σκληρών και σαφών ορίων, πρόκειται για τα θεμέλια της παγκόσμιας τάξης μας και τις δυτικές αξίες μας, κάθε συμβιβασμός μυρίζει προδοσία.

Ο Κόνραντ ήταν πιο προσεκτικός. Επεσήμανε τα έντονα αισθήματα ταπείνωσης εντός της Ρωσίας, τους στρατιωτικούς συσχετισμούς επιτόπου, τις εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, αυτή ήταν η ουσία του αφηγήματος του Κόνραντ, είχαν γεννηθεί μεγάλες προσδοκίες. Οταν στη συνέχεια αυτές δεν εκπληρώνονται, η απογοήτευση είναι τεράστια. Και τότε όλοι βρίσκονται σε ακόμα χειρότερη κατάσταση. Αυτή ήταν η εμπειρία του το 1956, και το ίδιο έμοιαζε να συμβαίνει και τώρα…

Εκείνο το απόγευμα, όμως, φάνηκε και μια άλλη διαφορά, κι αυτή ήταν τουλάχιστον εξίσου σημαντική. Ο Μίχνικ καταχειροκροτήθηκε. Το τελευταίο είχε να κάνει τα πάντα με το γεγονός ότι η άποψή του ταίριαζε απόλυτα με το αμερικανικό αφήγημα περί ελευθερίας, δημοκρατίας και ηρωισμού. Ο Κόνραντ, με τη νηφάλια και προσεκτική θέση του, εισέπραξε ένα χλιαρό χειροκρότημα. Διατύπωσε ωστόσο μια άποψη δημοφιλή στην Ευρώπη – αν κι εκεί επίσης οι γνώμες διίσταντο. Ενώ το 68 τοις εκατό των Αμερικανών ήταν υπέρ της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς την Ουκρανία, το 67 τοις εκατό των Γερμανών π.χ. ήταν κατά. Και στην Ουγγαρία, τη Βουλγαρία, τη Σλοβενία και την Ελλάδα υπήρχε μεγάλη κατανόηση για τη ρωσική θέση, ενώ οι Πολωνοί και τα τρία βαλτικά κράτη, στηριγμένα από τη Μεγάλη Βρετανία, συνηγορούσαν αντιθέτως υπέρ μιας σκληρής γραμμής.