«Ολος ο κόσμος γελά σ’ αυτόν τον πλανήτη που κατοικούμε. Σπανίως όμως γελά με τα ίδια πράγματα. Τα ελατήρια του γέλιου είναι σε κάθε τόπο διαφορετικά. Οι Κινέζοι γελούν όταν αναγγέλουν τον θάνατο της γυναίκας τους, όπως, όταν πενθούν, φορούν λευκά. Οι Αιγύπτιοι κλαίνε για πράγματα που εμάς μας κάνουν να γελούμε. Υπάρχουν χώρες, όπως λ.χ. η Ιαπωνία, όπου ένας άνθρωπος που θα αποφάσιζε να γελάση χωρίς να τον παρακαλέσουν γι’ αυτό, θα περνούσε για φοβερά κακοανατεθραμμένος…». Και στην Ελλάδα; Ενας Γάλλος συγγραφεύς, ο κ. Πιέρ  Νταντινό, βάλθηκε να επιχειρήση «τον γύρο του κόσμου του γέλιου: Ταξίδι στις χώρες του γέλιου ή μάλλον στο γέλιο διαφόρων χωρών. Εξέδωκε μίαν ανθολογίαν του πνεύματος των διαφόρων λαών. Ενα κεφάλαιο του βιβλίου του είναι αφιερωμένον «στο γέλιο στην Ελλάδα». Αφήνομεν τους αναγνώστας μας να κρίνουν αν ως Ελληνες γελούν με όσα παρουσιάζει το περί Ελλάδος κεφάλαιον της «ανθολογίας του παγκόσμιου γέλιου» του κ. Πιέρ Νταντινό. Με την πεποίθησι πώς άλλες είναι οι πηγές του ελληνικού γέλιου και πώς το ελληνικόν πνεύμα είναι ασυγκρίτως καλύτερης ποιότητος, από ό,τι το εμφανίζει η ξένη ανθολογία του παγκόσμιου γέλιου, τα «Νέα», αφού δώσουν σε δύο συνέχειες το ξένο κείμενο, θ’ ανοίξουν τις στήλες τους στους «πρίγκηπες του ελληνικού πνεύματος», τους μόνους που μπορούν να μιλήσουν έγκυρα για το νεοελληνικό χιούμορ και τις αστείρευτες πηγές του: την ελληνική κωμωδία, το αθηναϊκό χρονογράφημα, την θεατρική επιθεώρησι, ακόμα και το λογοπαίγνιον των σαλονιών που εκαλλιέργησαν οι Μπάμπης Αννινος, ο Ι. Δαμβέργης, ο Κ. Πωπ, ο Γ. Βλάχος. […] Οι  Ρωμιοί […] σοβαροί ακόμα και στο χιούμορ τους, όπως αποδεικνύουν από μία ιστορία του Καραγκιόζη. Ο Καραγκιόζης είναι το «γκινιόλ» των Ελλήνων. Στη Γαλλία στο γκινιόλ πηγαίνουν τα παιδιά. Στην Ελλάδα το γκινιόλ είναι για τους μεγάλους και το σφοδρό χιούμορ του αρέσει πολύ σε ορισμένας περιοχάς της χώρας. […] Ενα πράγμα είναι βέβαιον: Διάσημη για τους μεγάλους της κωμικούς της Αρχαιότητος, η Ελλάς κάνει σήμερον απώθησιν των ζωηρών, πιπεράτων εκφράσεων και υποβάλλει εις λογοκρισίαν τα έργα του Αριστοφάνους, κάπου 2.300 χρόνια μετά τον θάνατον του μεγαλοφυούς κωμωδιογράφου. Τα έργα του συγγραφέως των «Ορνίθων» εμπνέουν τον ίδιο φόβον που θα ενέπεαν τα έργα ενός επικινδύνου συγγραφέως της πρωτοπορείας…