Ν. ΥΟΡΚΗ, 8. Του ανταποκριτή μας

Η Οριάνα Φαλάτσι έχει εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία, κλείσθηκε στο αγροτικό της σπίτι στην Τοσκάνη και γράφει ένα βιβλίο εμπνευσμένο και αφιερωμένο στον Αλέκο Παναγούλη, τον «Ελληνα μάρτυρα που θαύμασε κι αγάπησε πολύ».

«Είναι ένα ερωτικό, πολιτικό μυθιστόρημα για τις σχέσεις ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και μία γυναίκα του καιρού μας, που αγαπιούνται», δηλώνει η Φαλάτσι και προσθέτει: «Ωσπου να τελειώσει το βιβλίο, κανένας δεν πρόκειται ν’ ακούσει για μένα πια».

Η Φαλάτσι τονίζει ότι δεν είναι εκείνη που ήξερε ο κόσμος και δεν τη συγκινεί πια η δημοσιογραφία. «Από τη στιγμή που σκοτώθηκε ο Αλέκος Παναγούλης, ο άνδρας που αγαπούσε», η ίδια έχει αλλάξει πολύ.

Σε συνέντευξή της προς το μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικό «Πηπλ», η Φαλάτσι μιλάει για τα χρόνια της αγωνίας και της σύντομης ευτυχίας που πέρασε με τον Παναγούλη και αποκαλύπτει ότι το παιδί στο οποίο απευθύνει το προηγούμενο βιβλίο της «Γράμμα σ’ ένα παιδί που δεν γεννήθηκε», ήταν δικό της και του Αλέκου.

«Το βιβλίο εκείνο – λέει η Φαλάτσι – είναι η εμπειρία της γυναίκας που ρωτά το αγέννητο έμβρυό της»: «Εχω δικαίωμα να σε φέρω σ’ αυτόν τον κόσμο;»

Θαύμαζε τον Παναγούλη – τονίζει – γιατί, κατά τη γνώμη της «ήταν ο μόνος άνθρωπος στην Ελλάδα που έκανε κάτι στη διάρκεια της δικτατορίας, όταν αποπειράθηκε να σκοτώσει τον δικτάτορα».

Δολοφονήθηκε

Η Φαλάτσι είναι βέβαιη ότι ο Παναγούλης «δολοφονήθηκε γιατί είχε έγγραφα της ΕΣΑ που συνέδεαν τη χούντα του Παπαδόπουλου με τους ανθρώπους που είναι σήμερα στην εξουσία. Σκοτώθηκε την παραμονή που θα τα παρουσίαζε στη Βουλή. Ηταν ένα οργανωμένο, προκαθορισμένο αυτοκινητικό δυστύχημα».

Στη συνέντευξή της, που είναι πλούσια εικονογραφημένη με «στιγμιότυπα ευτυχίας, αγωνίας και υπέρτατου πόνου», η Φαλάτσι λέει ότι «όταν ο Αλέκος βγήκε από τη φυλακή (1973), τον βοήθησε να φύγει από την Ελλάδα. «Ζούσαμε – λέει – μαζί στην Ιταλία, αλλά πήγε πίσω στην Ελλάδα αρκετές φορές, με ψεύτικο διαβατήριο και πήγαινα κι εγώ μαζί του, παρόλο που με ειδοποίησαν ότι ήταν επικίνδυνο».

«Ναι – λέει η Φαλάτσι, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα – αγαπούσα πολύ τον Αλέκο, αλλά δεν θελήσαμε να παντρευτούμε. Γιατί, άλλωστε; Ημασταν δυο επαναστάτες, που καταφερόμασταν εναντίον του γάμου. Θα γελιοποιούμασταν μπροστά σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Δεν το ήθελα. Ούτε ο Αλέκος το ήθελε».