Ενεργειακό εμπάργκο σε βάρος της Ρωσίας ανακοίνωσε χθες το απόγευμα ο Τζο Μπάιντεν, διευρύνοντας περαιτέρω τις κυρώσεις μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Ετσι, απαγορεύονται πλήρως οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και των παραγώγων του στην αμερικανική αγορά – η εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το ρωσικό αέριο είναι πρακτικά μηδενική – που το 2021 αντιστοιχούσαν σχεδόν στο 8% των συνολικών ποσοτήτων που εισήχθησαν. Πλέον, η κυβέρνηση καλείται να καλύψει το κενό είτε μέσω εναλλακτικών πηγών από το εξωτερικό (εξ ου οι διαπραγματεύσεις και με τη Βενεζουέλα του Μαδούρο) είτε με αύξηση της εγχώριας παραγωγής.
«Αυτή η κρίση έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι πρέπει να είμαστε ενεργειακά ανεξάρτητοι» δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος των ΗΠΑ, τονίζοντας ότι έχει τη σύμφωνη γνώμη τόσο των Ρεπουμπλικανών όσο και των Δημοκρατικών σε αυτή του την απόφαση, που εξυπηρετεί το δόγμα «δεν χρηματοδοτούμε τον πόλεμο του Πούτιν». Κάλεσε, παράλληλα, τις εταιρείες ενέργειας και ειδικά τις πετρελαϊκές να μην εκμεταλλευτούν την κατάσταση που διαμορφώνεται προκειμένου να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη, ούτε να επιβάλλουν «υπέρμετρες αυξήσεις τιμών». Ο ίδιος παραδέχθηκε, πάντως, ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται και τις επόμενες εβδομάδες, καθώς και ότι οι ΗΠΑ θα πληρώσουν επίσης κόστος για τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να τιμωρηθούν η Ρωσία και ο Βλαντίμίρ Πούτιν, στον οποίο επέρριψε την ευθύνη για αυτή την κατάσταση.
Την ίδια στιγμή, στο Ηνωμένο Βασίλειο ο Μπόρις Τζόνσον και ο υπουργός Ενέργειας και Επιχειρηματικότητας ανακοίνωσαν ότι οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου – που αντιστοιχεί στο 8% των ποσοτήτων που εισάγονται στη χώρα – θα τερματιστούν ως τα τέλη του 2022, με στόχο να δοθεί επαρκής χρόνος στην αγορά και στις επιχειρήσεις για να βρουν εναλλακτικές λύσεις. Παράλληλα, τις επόμενες ημέρες ο Τζόνσον πρόκειται να παρουσιάσει και σχέδιο για τη σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο.