Ενώ η Ρωσία βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε στρατιωτικό τέλμα και οικονομική κρίση, ένα κεντρικό ερώτημα είναι κατά πόσο – αν ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν τερματιστεί γρήγορα από κάποια ειρηνευτική συμφωνία – ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να απομακρυνθεί (ή να πειστεί να εγκαταλείψει την εξουσία) από τις ίδιες τις ρωσικές ελίτ. Οπως σημειώνει όμως στους «Financial Times» ο βρετανός συγγραφέας, δημοσιογράφος και αναλυτής Ανατόλ Λίβεν, πρώτα πρέπει να κατανοήσει κανείς τη φύση των σύγχρονων ρωσικών ελίτ και δη του στενού κύκλου του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η Δύση επικεντρώνεται στους επονομαζόμενους ολιγάρχες, την πραγματική εξουσία στη Μόσχα ωστόσο την έχει στα χέρια της μία πολύ μικρότερη ομάδα, οι «σιλοβίκι», ή «άνδρες με εξουσία», άνθρωποι προερχόμενοι, όπως και ο Πούτιν, από την KGB ή κάποιο αντίστοιχο κρατικό υπόβαθρο (αν και όχι από τις ένοπλες δυνάμεις). Υπό την ηγεσία του Πούτιν, έχουν καταληστέψει τη χώρα τους (αν και, αντίθετα με τους προηγούμενους ολιγάρχες, έχουν κρατήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους εντός της Ρωσίας) και έχουν συμμετάσχει ή συναινέσει στα εγκλήματά του, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής στην Ουκρανία. Παρότι έχουν συγκεντρώσει τεράστια εξουσία και πλούτο, ο Πούτιν και ο άμεσος κύκλος του παραμένουν γεμάτοι πικρία για τον τρόπο με τον οποίο κατέρρευσε η ΕΣΣΔ – και όπως σημειώνει ο Λίβεν, το μίγμα μεγάλης εξουσίας και μεγάλης πικρίας είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα στην πολιτική.
Κάτι οι ολοένα και πιο απολυταρχικές τάσεις του Πούτιν κάτι και η πανδημία, αυτός ο «στενός κύκλος» του ρώσου προέδρου έχει συρρικνωθεί, περιλαμβάνοντας πλέον τον υπουργό Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, τον γραμματέα του ρωσικού Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας Νικολάι Πατρούσεφ, τον επικεφαλής της αντικατασκοπίας Σεργκέι Ναρίσκιν καθώς και τον Ιγκόρ Σετσίν, τον πρώην αντιπρόεδρο της ρωσικής κυβέρνησης που διορίστηκε από τον Πούτιν επικεφαλής της Rosneft. Κάποτε, τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής του, ο Πούτιν μπορούσε να θεωρηθεί ως «πρώτος μεταξύ ίσων», σε μία ανώτερη ελίτ φίλων και συναδέλφων, τώρα πια όμως, ακόμα και οι σιλοβίκι έχουν υποβιβαστεί δημόσια σε υπηρέτες του – το επιβεβαίωσε ο δημόσιος εξευτελισμός του Ναρίσκιν παραμονές της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Μία τόσο περιφρονητική συμπεριφορά του ρώσου προέδρου προς τους άμεσους ακολούθους του θα μπορούσε να του γυρίσει μπούμερανγκ, επισημαίνει ο Λίβεν. Οι σιλοβίκι ταυτίζονται όμως τόσο πολύ με τον Πούτιν και τον πόλεμο που μια αλλαγή στο ρωσικό καθεστώς θα πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά και την αποχώρηση των περισσότερων από αυτών: ο Λίβεν δεν διαβλέπει μια τέτοια αλλαγή στο άμεσο μέλλον. Οι σιλοβίκι, εξηγεί, είναι πράγματι βαθιά διεφθαρμένοι, η διαφθορά τους έχει όμως ειδικά χαρακτηριστικά, ο πατριωτισμός είναι η ιδεολογία τους και η αυτοδικαιολόγηση του τεράστιου πλούτου τους.
Στην πραγματικότητα, ο βρετανός αναλυτής πιστεύει πως οι σιλοβίκι καλωσορίζουν, από κοινού με τον Πούτιν, την ολοένα και μεγαλύτερη ρωσική απομόνωση από τη Δύση. «Αρχίζουν να εντυπωσιάζονται με το κινεζικό μοντέλο. […] Μπορεί κάλλιστα να θέλουν να σπρώξει η Δύση τη Ρωσία στην αγκαλιά της Κίνας, παρά τον κίνδυνο να μετατραπεί έτσι η Ρωσία σε εξάρτηση του Πεκίνου. Και φυσικά, πιστεύουν πως ο πόλεμος στην Ουκρανία θα ενισχύσει το πατριωτικό συναίσθημα στη Ρωσία πίσω από τη διακυβέρνησή τους, επιτρέποντάς τους παράλληλα να αυξήσουν ακόμα περισσότερο την καταστολή».
Πάνω από όλα, για βαθείς ιστορικούς, πολιτισμικούς, επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους, οι σιλοβίκι και η ρωσική επίσημη ελίτ γενικότερα είναι απόλυτα, αναπόδραστα αφοσιωμένοι στην ιδέα της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης και ενός πόλου σε έναν πολυπολικό κόσμο. Τη θέση της Ουκρανίας σε αυτό το δόγμα, τη συνόψισε ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι: «Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία παύει να είναι μία ευρασιατική αυτοκρατορία». Το ρωσικό κατεστημένο, καταλήγει ο Λίβεν, μοιάζει έτοιμο, αν χρειαστεί, να πολεμήσει αδίστακτα για καιρό, και με τεράστιο κόστος και κίνδυνο για το καθεστώς του, προκειμένου να αποτρέψει κάτι τέτοιο.