«Αυτό ήταν η νέα εποχή για μας. Μια δόση μεγαλοσύνης και άνεσης. Τραγουδούσαν πολύ τότε στη Γερμανία. Οι νέοι φορούσαν κομψές στολές, η εθελοντική εργασία ήταν καλοδεχούμενη, τα φτυάρια στους ώμους σήμαιναν κάτι σπουδαίο για τους κατοίκους του Αϊχκαμπ, και υπήρχαν πια πολλές γιορτές με παρελάσεις και πανηγυρικούς…». Την εικόνα αυτή μεταφέρει για το 1933, χρονιά «εισβολής» των Ναζί στη δημόσια ζωή της Γερμανίας, ο δημοσιογράφος Χορστ Κρίγκερ (1919 – 1999) στο αυτοβιογραφικό «Το διαλυμένο σπίτι – τα νεανικά μου χρόνια στη Γερμανία του Χίτλερ», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδ. Gutenberg (μτφ. Σίσσυ Παπαδάκη). Ο πολυβραβευμένος Κρίγκερ, από τους σημαντικότερους αρθρογράφους της μεταπολεμικής περιόδου, που είχε σπουδάσει Φιλοσοφία και Συγκριτική Λογοτεχνία στο Βερολίνο, γράφει το βιβλίο του τον χειμώνα 1964-1965 «επιστρέφοντας» στην πατρίδα της παιδικής ηλικίας: ένα σχήμα ταυτοσημίας, καθώς όσο και αν αντιστέκεται εσωτερικά, τα χρόνια εκείνα ασκούν μία σαγηνευτική δύναμη, ακόμη και με τους δαίμονες, την ύβρη, την πτώση και το έγκλημα που περικλείουν. Ο ίδιος άλλωστε κάνει λόγο για μια προσπάθεια αυτολύτρωσης και για το «βαθύ, ανεπούλωτο ακόμα τραύμα της παιδικής ηλικίας, το παρατημένο εκεί μεταλλικό παιχνίδι μου». Τραύμα που χαίνει, καθώς οι γονείς του δεν υπήρξαν ποτέ ναζί, ενώ ο Χορστ έφτασε να συλληφθεί ως μέλος μιας παράνομης οργάνωσης. Κι όμως, η επήρεια που θα ασκούσε ο Φύρερ δεν άφηνε αδιάφορο το σπίτι των Κρίγκερ στο Αϊχκαμπ. «Η μητέρα μου ήταν σε δύσκολη θέση. Από τη μια σεβόταν βαθιά τον κλήρο, από την άλλη τη μαγνήτιζε το “καλλιτεχνικό” τού νέου Ράιχ. Η παλιά διαμάχη ηθικού και αισθητικού». Οι γείτονες, πάλι, θεωρούν ότι ο Χίτλερ είναι θεόσταλτος και ο γερμανικός τρόπος να βλέπεις την Ιστορία κυριαρχεί σιγά-σιγά στις γειτονιές και τις μικρές πόλεις. Το ερώτημα, βέβαια, τον στοιχειώνει 20 χρόνια μετά την Πτώση: «Ο νέος γερμανικός τρόπος να βλέπεις την Ιστορία… κάνει τα πάντα κατανοητά κι εμάς όλους να αισθανόμαστε καλύτερα… Ενα πράγμα δεν εξηγούν: γιατί οι Γερμανοί τον αγάπησαν αυτόν τον άνθρωπο, γιατί πανηγύριζαν τόσο αυθόρμητα με το που τον έβλεπαν, γιατί πέθαιναν για χάρη του εκατομμύρια άνθρωποι;».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ