Ο πρόεδρος Μπάιντεν το φαντάζεται ως εξής: επιβάλλουμε κυρώσεις στη Ρωσία, προμηθεύουμε με όπλα την Ουκρανία και ελπίζουμε ότι αργά ή γρήγορα ο Πούτιν θα ανατραπεί και θα επέλθει ειρήνη. Η αντίσταση των Ουκρανών είναι ηρωική, το πολεμικό σχέδιο της Μόσχας δεν βγαίνει, οι ρωσικές απώλειες είναι μεγάλες, κάποιος εχέφρων άνθρωπος θα βρεθεί λοιπόν να απαλλάξει τη Ρωσία από τον άνθρωπο που την οδηγεί στην καταστροφή. Και με την ευκαιρία, θα καταλάβει και η Κίνα ότι καλό είναι να μείνει μακριά από την Ταϊβάν.
Το σενάριο αυτό έχει υιοθετηθεί και από πολλούς ευρωπαίους ηγέτες. Μόνο που δεν είναι το μόνο. Ισως μάλιστα να μην είναι και το πιθανότερο. Η παράταση του πολέμου δεν οδηγεί αναγκαστικά σε μια επανάσταση στη Μόσχα, κάτι που από μόνο του είναι εξαιρετικά σπάνιο. Οδηγεί όμως σίγουρα σε δεκάδες χιλιάδες νεκρούς Ουκρανούς και εκατομμύρια πρόσφυγες. Οδηγεί σε τεράστιες καταστροφές και στη διάλυση μιας χώρας. Αυτό ήταν το Plan B του ρώσου προέδρου όταν συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει την Ουκρανία με περίπατο: να την ισοπεδώσει. Αν το πετύχει, θα μπορέσει να ισχυριστεί στους συμπατριώτες του ότι διεξήγαγε έναν πόλεμο κατά των «Ναζί» και νίκησε.
Με άλλα λόγια, ο χρόνος δεν είναι κατ’ ανάγκη με το μέρος της Ουκρανίας, της Δύσης και του πολιτισμού γενικότερα. Μπορεί να ευνοεί και τη βαρβαρότητα. Τα περιθώρια της δυτικής παρέμβασης είναι περιορισμένα, καθώς ο Πούτιν δεν κρύβει ότι σε περίπτωση που πιεστεί, μπορεί να καταφύγει στη χρήση πυρηνικών όπλων. Χρειάζεται λοιπόν μεγαλύτερη φαντασία για την αντιμετώπισή του. Να δημιουργηθεί μια αερογέφυρα, για παράδειγμα, όπως έγινε κατά τον αποκλεισμό του Βερολίνου το 1948-49. Ή να πραγματοποιηθούν νατοϊκές ασκήσεις στη Βαλτική, ώστε να αναγκαστεί ο Πούτιν να στείλει στον Βορρά κάποιες δυνάμεις του.
Χρειάζεται επίσης η καλύτερη δυνατή προετοιμασία της Ευρώπης, και φυσικά της Ελλάδας, για κάτι που μέχρι πρόσφατα θεωρείτο αδιανόητο: ένα πυρηνικό πλήγμα.