Σε ρυθμούς υψηλών διακυμάνσεων εξακολουθεί να κινείται το ελληνικό χρηματιστήριο, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και οι αποφάσεις για τη λήψη μέτρων σε επίπεδο ΕΕ προς αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών δεν δείχνουν έως τώρα ικανές να βάλουν τέλος στο ράλι των ενεργειακών τιμών. Σε αυτό το περιβάλλον αβεβαιότητας, ο γενικός δείκτης της αγοράς μετά από δύο συνεχόμενες ανοδικές εβδομάδες επέστρεψε εκ νέου κάτω από το όριο των 850 μονάδων. Στο τετραήμερο των συνεδριάσεων, λόγω της αργίας της 25ης Μαρτίου, υποχώρησε κατά 2,29%, διευρύνοντας τις απώλειες από την αρχή του χρόνου στα επίπεδα του 5,60%. Ανάλογη ήταν και η πτώση για τον τραπεζικό δείκτη, ο οποίος βρέθηκε 2,19% χαμηλότερα, χωρίς ωστόσο να χάσει το θετικό έδαφος του 2022 (+5,25%).
Η αλήθεια είναι ότι η ευρωπαϊκή και η ελληνική οικονομία έχουν εισέλθει σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς είναι αδύνατη η διατύπωση μιας ασφαλούς πρόβλεψης για το πότε θα υποχωρήσει η γεωπολιτική ένταση και θα υπάρξει αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, με την κυβέρνηση να προετοιμάζεται ακόμη και για το ενδεχόμενο ελλείψεων σε τρόφιμα.
Σύμφωνα με νέα έκθεση της Alpha Bank, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία μεταβάλλει βιαίως τον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης, καθιστώντας αδύνατη την έστω και σταδιακή επιστροφή στην ασθενή προπανδημική πληθωριστική δυναμική. «Ο πόλεμος στην Ευρώπη επηρεάζει την πορεία της ελληνικής οικονομίας πρωτίστως μέσω της ανόδου των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, η οποία σε συνδυασμό με την εξάρτηση της χώρας μας από τις εισαγωγές, έχει αρνητικό αντίκτυπο τόσο στο κόστος παραγωγής και την κερδοφορία των επιχειρήσεων όσο και στο διαθέσιμο εισόδημα και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών» σημειώνουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.
Οπως εξηγούν, λόγω του πολέμου, νοικοκυριά και επιχειρήσεις αναμένεται βραχυπρόθεσμα να αντιμετωπίσουν υψηλότερο πληθωρισμό και βραδύτερη οικονομική ανάπτυξη από την αναμενόμενη, καθώς, μεταξύ άλλων, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας παραμένει υψηλή. Κι αυτό διότι εισάγεται πάνω από το 80% της ακαθάριστης διαθέσιμης ποσότητας ενέργειας, κυρίως για πετρέλαιο, προϊόντα διύλισης πετρελαίου και φυσικό αέριο, με το 8%, το 43% και το 44%, αντίστοιχα, να προέρχονται από τη Ρωσία.
Κατά τους αναλυτές της Alpha Bank, η ουκρανική κρίση μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει σε ανασχεδιασμό των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων, έτσι ώστε να διασφαλίζονται η γεωπολιτική ασφάλεια και η ενεργειακή ανεξαρτησία της ΕΕ. Ειδικότερα, εκτιμούν ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα προκαλέσει αλλαγή του τρόπου προμήθειας ενέργειας, ώστε να εξαλείψει την εξάρτηση από το ρωσικό αέριο και το πετρέλαιο έως το 2027.
Τα οφέλη για Ελλάδα. Σύμφωνα με το Σχέδιο REPowerEU, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα προσφύγει, άμεσα, σε εναλλακτικές πηγές, όπως το Liquefied Natural Gas (LNG) και σε προμηθευτές εκτός της Ρωσίας, γεγονός που ενδέχεται να δημιουργήσει ευκαιρίες για την Ελλάδα επαναπροσδιορίζοντας τις πύλες εισόδου προς όφελός της. «Παράλληλα, αναμένεται, μεσοπρόθεσμα, η μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων και η επιτάχυνση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, πεδίο στο οποίο η χώρα μας έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, εξαιτίας της υψηλής μέσης ηλιοφάνειας και της γεωμορφίας της».
Επιπρόσθετα, η ανάγκη για γεωπολιτική ασφάλεια θα μπορούσε να καταστήσει την Ελλάδα συγκριτικά ελκυστικότερο επενδυτικό προορισμό και καθώς αναπροσαρμόζονται τα διεθνή χαρτοφυλάκια, να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις και να ενισχύσει μακροπρόθεσμα τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Τέλος, όπως επισημαίνεται στην ίδια ανάλυση, σε ό,τι αφορά τα δημητριακά, υπάρχει δυνατότητα η Ελλάδα να στραφεί σε εναλλακτικές αγορές, ενώ σύμφωνα με το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, γίνονται ενέργειες για την ενίσχυση των καλλιεργειών, π.χ. ένταξη στις συνδεδεμένες ενισχύσεις για το καλαμπόκι και το μαλακό σιτάρι.