Τον κώδωνα του κινδύνου για την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών λιμανιών κρούει μελέτη της εταιρείας συμβούλων CE Delft η οποία εξετάζει τι σημαίνει η ένταξη της ναυτιλίας στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ρύπων (EU ETS). Η μελέτη υπογραμμίζει ότι είναι προ των πυλών ο κίνδυνος τα πλοία να αποφεύγουν τα λιμάνια της ΕΕ και να προτιμούν άλλα γειτονικά στην ΕΕ, για μην αγοράζουν δικαιώματα ρύπων και επιβαρύνουν το κόστος λειτουργίας.

Η μελέτη εντοπίζει τρόπους με τους οποίους μια ναυτιλιακή εταιρεία θα μπορούσε να «αποφύγει» ευρωπαϊκό λιμάνι και το EU ETS, οι οποίοι μεταξύ άλλων είναι η προσθήκη επιπλέον λιμένα προσέγγισης λίγο έξω από την ΕΕ, η αφαίρεση ορισμένων από τα λιμάνια της ΕΕ από τα δρομολόγια των πλοίων κ.λπ.

Αυτό σημαίνει ότι μια ναυτιλιακή εταρεία θα μπορούσε για παράδειγμα στη Μεσόγειο να επιλέξει ως «κύριο» λιμάνι για ένα μεγάλο πλοίο της την Αίγυπτο ή την Τουρκία και από εκεί να στέλνει τα εμπορεύματα στα ευρωπαϊκά λιμάνια με μικρότερου μεγέθους πλοία.

Ουσιαστικά η μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό του λιμανιού του Ρότερνταμ το οποίο είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη και ενδέκατο στην παγκόσμια κατάταξη, αναγνωρίζει ότι η ένταξη της ναυτιλίας σε ένα περιφερειακό μέτρο όπως είναι το EU ETS θα λειτουργήσει σε βάρος του ανταγωνισμού των ευρωπαϊκών ναυτιλιακών εταιρειών και λιμανιών.

Το συμπέρασμα αυτό δικαιώνει πολλούς ναυτιλιακούς φορείς, συμπεριλαμβανομένης της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, που ενώ τάσσονται υπέρ της ευρωπαϊκής πράσινης συμφωνίας (Green Deal) για το κλίμα εντούτοις έχουν επισημάνει ότι η ένταξη της ναυτιλίας σε ένα περιφερειακό μέτρο, όπως το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ρύπων, δεν αποτελεί την κατάλληλη λύση για μια παγκόσμια βιομηχανία, όπως η ναυτιλία.