Το ρολόι έδειχνε 6.30 το πρωί της περασμένης Δευτέρας. Ηταν η στιγμή που έπρεπε να ξυπνήσει για να πατήσει και πάλι στα πόδια της. Βρισκόταν εδώ και πολλές μέρες στριμωγμένη σε ένα κοντέινερ. Είχε ήδη διανύσει περισσότερα από 2.500 χλμ. – όσα χωρίζουν το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Σεράλβες του Πόρτο από την Ελλάδα – σε πέντε μέρες πάνω σε μια νταλίκα, η οποία διέσχισε και την Αδριατική με πλοίο. Οταν ανοίχτηκε το μεταλλικό κέλυφος που αποτελούσε για αυτές τις μέρες το σπίτι της, αντίκρισε τον αττικό ουρανό και μια ομάδα 12 ανθρώπων: τους δύο οδηγούς της νταλίκας που γνώριζε από το ταξίδι κι άλλους άγνωστους, ανάμεσά τους και εκείνους που χειρίζονταν, άκουσε να λένε, τους γερανούς. Ηταν αυτοί που θα την έκαναν από ένα σωρό τεράστια και ασύνδετα μεταλλικά στοιχεία να αποκτήσει και πάλι τη γνωστή μορφή της: εκείνη της «Maman» (Μαμά), της κολοσσιαίας και εμβληματικής μπρούντζινης αράχνης που ισορροπεί στα οκτώ λεπτά της πόδια, ενώ κυοφορεί 20 μαρμάρινα αβγά, ένα δηλαδή από τα πλέον αναγνωρίσιμα έργα της γαλλίδας γλύπτριας Λουίζ Μπουρζουά, έτσι ώστε να είναι έτοιμη να υποδεχθεί όσους σπεύσουν να τη γνωρίσουν στην πρώτη της εμφάνιση στην Αθήνα, στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (με δωρητή συμμετοχής του το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος), που επετεύχθη σε συνεργασία με τον Οργανισμό Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, την πρώτη μεταξύ των δύο φορέων. Πρόκειται για έναν ακόμη σταθμό στο ταξίδι της, το οποίο περιλαμβάνει στάσεις από τη Χάγη έως την Πόλη του Μεξικού.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ