Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πέραν των επιπτώσεων στη διεθνή πολιτική σκηνή φαίνεται να έχει αξιοσημείωτη επιρροή και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο της Τουρκίας. Ενώ η κατάσταση της οικονομίας επιδεινώνεται και ο πληθωρισμός ανέρχεται σε επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ο πόλεμος επιτρέπει την απομάκρυνση της πολιτικής επικαιρότητος από το μέτωπο της οικονομίας. Από τη μια προσφέρει τη δυνατότητα στον επικοινωνιακό μηχανισμό της τουρκικής κυβερνήσεως να αποδώσει την ευθύνη της οικονομικής κρίσεως στη διεθνή συγκυρία και όχι στην αποτυχημένη οικονομική πολιτική της κυβερνήσεως. Από την άλλη, η ανάδειξη της Τουρκίας ως μεσολαβητή μεταξύ των εμπολέμων μερών με τη διεξαγωγή συναντήσεων αντιπροσωπειών επί τουρκικού εδάφους, αλλά και η τακτική επικοινωνία του προέδρου Ερντογάν με τους ηγέτες της Ουκρανίας και Ρωσίας επιτρέπει στα φιλοκυβερνητικά μέσα να δώσουν έμφαση στη φιλοτέχνηση της εικόνας του τούρκου προέδρου ως «ηγέτη παγκοσμίου εμβελείας». Παρά τα μέχρι στιγμής μηδενικά αποτελέσματα της τουρκικής μεσολαβήσεως η εμπέδωση της Τουρκίας ως χώρας με περιφερειακή επιρροή και διεθνή ακτινοβολία ικανοποιεί την τουρκική κοινή γνώμη και ενισχύει και την προσωπική δημοφιλία του τούρκου προέδρου. Σύμφωνα με τα ευρήματα προσφάτων δημοσκοπήσεων, οι σταθερά πτωτικές τάσεις στη δημοφιλία του προέδρου της Τουρκίας έχουν αναστραφεί από την έναρξη της ρωσικής εισβολής. Πέραν της προσωπικής ακτινοβολίας, αξίζει να σημειωθεί ότι η διεκδίκηση της «στρατηγικής αυτονομίας» της Τουρκίας από τους δυτικούς διεθνείς οργανισμούς και τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι δημοφιλής σε ευρέα τμήματα της τουρκικής κοινής γνώμης πέραν του σκληρού πυρήνα των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ