Σε κάποια άλλη χρονική στιγμή, χωρίς την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, το ποσοστό του Εμανουέλ Μακρόν στον δεύτερο γύρο των γαλλικών εκλογών θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μια θριαμβευτική νίκη. Δεν ήταν όμως η καθολική αποδοχή του Μακρόν που τον εξέλεξε γι’ άλλη μια φορά πρόεδρο της Γαλλίας. Ο Μακρόν χρωστάει την καθαρή επικράτησή του στο μέτωπο που σχηματίστηκε, από ένα ετερόκλητο πολιτικό ακροατήριο, εναντίον του λαϊκισμού που εκπροσωπούσε σ’ αυτές τις εκλογές η Μαρίν Λεπέν.
Γι’ αυτό τον λόγο το μήνυμα των εκλογών είναι ακόμα πιο ισχυρό και ξεπερνάει τα όρια της γαλλικής επικράτειας: Η Ευρώπη γλίτωσε τα χειρότερα, γιατί στη Γαλλία επέλεξαν να μην ακούσουν τις σειρήνες του ευρωσκεπτικισμού και της αποχής, έστω κι αν αυτό σήμαινε πως πήγαν στην κάλπη κρατώντας τη μύτη τους. Τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των Γάλλων κέρδισαν έναν πολύ ελκυστικό αντίπαλο, που χρησιμοποίησε την οικονομική δυσχέρεια και τις γεωπολιτικές αναταράξεις για να πείσει. Εδειξαν τον δρόμο της επικράτησης απέναντι σε ένα διαρκώς διογκούμενο κύμα λαϊκιστών, όχι μόνο από την Ακροδεξιά, που προσπαθεί να επιβάλει έναν άλλον τρόπο σκέψης, επενδύοντας στην οργή και τον φόβο των πολιτών.
Ας είναι το παράδειγμα των Γάλλων οδηγός για μια Ευρωπαϊκή Ενωση που θα προτιμάει τους Μακρόν από τις Λεπέν και τους Σολτς από τους Ορμπαν. Αυτό όμως θα εξαρτηθεί και από τους χειρισμούς του ίδιου του νικητή, που αποτελεί πλέον τον βασικό παίκτη εντός της ΕΕ. Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Μακρόν είναι να μην απογοητεύσει όσους έδειξαν εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του.