Ηταν 6 Μαΐου του 2012 όταν στήθηκε η κάλπη που το ΠΑΣΟΚ έχασε 119 έδρες και βρέθηκε τρίτο κόμμα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε 39 και πέρασε από το πολιτικό περιθώριο στα σαλόνια του δικομματισμού – για να διηγηθεί κανείς σφαιρικά την ιστορία, βέβαια, πρέπει να αναφέρει και πως η ΝΔ έγραψε τότε το χειρότερο ποσοστό της ιστορίας της, μόλις 18,85%. Σε εκείνη την εθνική αναμέτρηση, ακριβώς δέκα χρόνια πριν, ο λαϊκισμός αναδείχθηκε για πρώτη φορά ο μεγάλος νικητής.
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τις 17 Ιουνίου, ο φόβος μήπως οι ριζοσπαστικές αριστερές προτάσεις έθεταν σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας επηρέασε τη λαϊκή ετυμηγορία. Κι έτσι η λογική επικράτησε του θυμικού. Ωστόσο, η νίκη της ήταν πύρρειος. Ο ΣΥΡΙΖΑ – χάρη σε ανεδαφικές, όπως απέδειξαν τα μετέπειτα γεγονότα, υποσχέσεις τύπου «πρώτη πράξη της κυβέρνησης της Αριστεράς, αμέσως μόλις συγκροτηθεί η νέα Βουλή, θα είναι η ακύρωση του Μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων του» – έθεσε τις βάσεις για την άνοδό του στην εξουσία.
Την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα έζησε το απόγειο των λαϊκιστών, αλλά και την αναπόφευκτη μετά απομάγευση των ψηφοφόρων. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται να γίναμε σοφότεροι χάρη στις δύσκολες συλλογικές μας εμπειρίες. Η συριζαϊκή ήττα του 2019 και η μέχρι τώρα δημοσκοπική καθήλωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η εξαΰλωση του κόμματος Καμμένου, η εκλογική εξαφάνιση της ΧΑ, όλα συνηγορούν στο ότι μάθαμε με τον δύσκολο τρόπο.
Είναι, όμως, έτσι; Οι γεωπολιτικές και οικονομικές προκλήσεις της τρέχουσας περιόδου έχουν δυστυχώς ξανακάνει τον λαϊκισμό επίκαιρο σε πολλές δυτικές κοινωνίες. «ΤΑ ΝΕΑ» επιχειρούν σήμερα να απαντήσουν στο ερώτημα με έναν μεγάλο φάκελο.