Ξέρω, για πολλές και για πολλούς η κουλτούρα την οποία υπηρέτησε ο Κώστας Γκουσγκούνης (που χθες ανακοινώθηκε ο θάνατός του, σε μεγάλη ηλικία) είναι αποκρουστική. Τι ήταν; Ενας δόκιμος ηθοποιός που έγινε πορνοστάρ, σε ένα περιθωριακό ελληνικό δίκτυο παραγωγής και διανομής – οι ρόλοι του οποίου σχεδόν αμέσως εξετράπησαν σε χαβαλέ. Μια «καλτ» φιγούρα, ένας καλοσυνάτος άνθρωπος που, λόγω της απήχησης του κινηματογράφου τη δεκαετία του 1970, όπου κυρίως διέπρεψε, μυθοποιήθηκε ως φορέας αυτού του χαβαλέ.  

Αλλά για μένα και για πολλούς ομοίους μου, αγόρια από επαρχία, ήταν ο άνθρωπος που απομυθοποίησε το σεξ, άρα και τις ενοχές, αλλά και τη φαλλοκρατία από την οποία καταγόμασταν. Ας το παραδεχτούμε, δεν μας διαμόρφωσε αποκλειστικά η σχέση μας με την κουλτούρα του υψηλού. Ευτυχώς κιόλας.

Κατά έναν παράδοξο τρόπο, ο Γκουσγκούνης, στις ταινίες που έπαιζε, υποδυόταν τον εαυτό του. Επινοούσε τον ρόλο του, επινοούσε και τα λόγια. Οι ατάκες του κυκλοφορούν ακόμα σήμερα στο Διαδίκτυο, επαυξημένες και διευρυμένες. Η ταινία για την απόσυρσή του, «Ηταν άξιος», του 1982, δεν είχε σεξ, αλλά ήταν το ρέκβιεμ ενός σταρ του πορνό που αποσύρεται. Μια κωμωδία, όπου ο ήρωας κορόιδευε τα μούτρα του. Στην πραγματική ζωή, η ήττα και ο αυτοσαρκασμός γι’ αυτήν είναι στους κανόνες του παιχνιδιού.