Η συνάντηση ενός έλληνα πρωθυπουργού με τον αμερικανό πρόεδρο στην Ουάσιγκτον και η ομιλία του σε κοινή συνεδρίαση των δύο Σωμάτων του Κογκρέσου θα αποτελούσαν από μόνες τους γεγονός ιδιαίτερης βαρύτητας τόσο από ουσιαστική όσο και από συμβολική άποψη. Η βαρύτητα αυτή γίνεται όμως ακόμη μεγαλύτερη λόγω της κρίσιμης συγκυρίας στην οποία βρίσκεται ο πλανήτης μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την αστάθεια που προκαλεί στο πολιτικό, ανθρωπιστικό και ενεργειακό επίπεδο.
Κάθε κρίση μπορεί με τους κατάλληλους χειρισμούς να μετατραπεί σε ευκαιρία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία διέλυσε ψευδαισθήσεις, αφύπνισε την Ευρώπη και ανέστησε το ΝΑΤΟ: δύο χώρες που τηρούσαν ουδετερότητα σε όλο τον Ψυχρό Πόλεμο, η Φινλανδία και η Σουηδία, ζητούν τώρα να ενταχθούν στη Βορειοατλαντική Συμμαχία για να προφυλαχθούν από τις βλέψεις του ισχυρού τους γείτονα. Η αναταραχή που έχει δημιουργηθεί, όμως, ανέδειξε και τη θέση της Ελλάδας ως πόλου σταθερότητας και εμπιστοσύνης: ένα από τα θέματα που θα συζητήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Τζο Μπάιντεν είναι και η μετατροπή της Ελλάδας σε κόμβο μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Το νέο τοπίο της ασφάλειας που δημιουργείται στην Ευρώπη θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για να αντιμετωπιστούν με ρεαλιστικό τρόπο και οι ελληνοτουρκικές διαφορές. Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ συμφέρον να είναι η Τουρκία απομονωμένη και ταπεινωμένη. Αντιθέτως, οι πρωτοβουλίες της τουρκικής πλευράς για κατάπαυση του πυρός στο ουκρανικό μέτωπο δείχνουν πρώτα απ’ όλα στην ίδια πόσο σημαντικό είναι να στηριχθεί το διεθνές δίκαιο και να παταχθούν ο αναθεωρητισμός και ο επεκτατισμός, όποια εθνικά χρώματα κι αν έχουν.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κύρωση της συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας από την ελληνική Βουλή δεν αποτελεί αναγκαίο κακό, αλλά όπλο. Δεν συνιστά πράξη υποτέλειας ενός «προβλέψιμου συμμάχου». Αλλά δείγμα του στρατηγικού προσανατολισμού μιας χώρας που πατάει γερά στα πόδια της, δεν φοβάται τους αντιπάλους της και επενδύει στους συμμάχους της.