To σοκ είναι γενικό, η συγκίνηση μεγάλη και η κατακραυγή ακόμη μεγαλύτερη. Είναι αλήθεια ότι δεν το χωράει εύκολα ο νους του ανθρώπου: Ενας 18χρονος στο Τέξας αρπάζει ένα όπλο, πυροβολεί τη γιαγιά του, βγαίνει στον δρόμο, εισβάλλει στο γειτονικό σχολείο και σκοτώνει 19 παιδιά και 2 δασκάλες. Πρόκειται για τη δεύτερη φονικότερη επίθεση σε δημοτικό σχολείο στην αμερικανική ιστορία, μετά το Σάντι Χουκ το 2012. «Εχω αηδιάσει κι έχω κουραστεί, πρέπει να αναλάβουμε δράση», είπε ο Τζο Μπάιντεν, προσπαθώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του όπως είχε κάνει στην εποχή του και ο Μπάρακ Ομπάμα.
Θα γίνει λοιπόν αυτή τη φορά αυτό που δεν έγινε τις προηγούμενες; Δύσκολα. Διότι σχεδόν όλοι οι Ρεπουμπλικανοί στο Κογκρέσο αντιτίθενται στο να ληφθούν αυστηρότερα μέτρα για την οπλοκατοχή, επικαλούμενοι το σχετικό συνταγματικό δικαίωμα. Ο πραγματικός λόγος βέβαια είναι ότι το λόμπι των όπλων αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες αυτού του κόμματος. Και τα επιχειρήματα αυτού του λόμπι έχουν δυστυχώς απήχηση: Μόλις το 52% των Αμερικανών υποστηρίζει πλέον ότι πρέπει να μπουν μεγαλύτεροι περιορισμοί στην πώληση όπλων, έναντι 67% που ζητούσαν κάτι τέτοιο το 2018.
Η ετήσια παραγωγή όπλων αυξάνεται με εκθετικούς ρυθμούς: Από 3,9 εκατομμύρια το 2000 έφτασαν τα 11,3 εκατομμύρια το 2020. Οσα δάκρυα λοιπόν κι αν χυθούν, όσες διαβεβαιώσεις κι αν δοθούν, το μακελειό στο Τέξας δεν θα είναι το τελευταίο. Θα κλάψουν κι άλλοι γονείς τα παιδιά τους, θύματα ενός πραγματικού παραλογισμού.