Το 1972 το Εθνικό Θέατρο ανέβασε το τελευταίο, ημιτελές έργο του Πιραντέλλο, με σκηνοθέτη τον Σπύρο Α. Ευαγγελάτο, ο οποίος και τόλμησε μια λαϊκή υποκριτική αισθητική, μακριά από τις σκοτεινές, ζοφερές, αισθητικές ερμηνείες της παράδοσης σε όλη την Ευρώπη. Ο Ευαγγελάτος πήγε και βρήκε τις ρίζες του σικελού συγγραφέα στην Κομέντια ντελ’ Αρτε και στην ιταλική ερμηνευτική υφολογία. Εγραφα τον Φεβρουάριο του 1972 για τους «Γίγαντες του Βουνού»: «Πρέπει να χρωστάμε χάρη στο Εθνικό Θέατρο που αποφάσισε να παρουσιάσει το στερνό έργο του Πιραντέλλο στο ελληνικό κοινό, έργο που σπάνια παίζεται στην Ιταλία και σχεδόν σπάνια στον κόσμο όλο. Δεν θα χρειαστεί να αποτολμήσουμε πρώτοι τις κρίσεις μας, αφού ο ίδιος ο συγγραφέας με το ατελείωτο έργο του, μέσα από τον επιθανάτιο ρόγχο του, έρχεται να αμφισβητήσει τη δημιουργία του. Οι «Γίγαντες του Βουνού» δεν τελείωσαν ποτέ, γράφτηκαν μόνο δύο από τις τρεις πράξεις, την τελευταία την αφηγήθηκε, πριν πεθάνει, ο ποιητής στον γιο του. Ετσι το πράγμα παίρνει μια εξέλιξη καθαρά πιραντελλική. Ποιο θα είναι το τέλος του μύθου; Νομίζουμε πως οι λόγοι που το έργο έμεινε ημιτελές δεν είναι μόνο βιολογικοί. Το έργο δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να τελειώσει. Ανήκει στην περιοχή της προφητείας, όσο κι αν φαίνεται πως υπόκειται σε μιαν αναγκαιότητα. Το τέλος του έργου γράφτηκε, όχι μόνο στο χαρτί, στα καθημαγμένα τοπία της Ευρώπης. Οι «Γίγαντες του Βουνού» είναι το συνταρακτικό ποίημα μιας ουτοπίας, η ομολογία μιας αποτυχίας και το αδιέξοδο μιας τεχνικής.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ