Εμείς την ξέραμε σαν ευλογιά του ανέμου. Ανεμοβλογιά. Αντε και σκέτη «Ευλογιά», αυτή όμως δεν ήταν αστεία πράματα, την τρέμαμε παιδιά. Είχε κολλήσει η εξαδέλφη μου η Μαρίνα και την είχαν κλεισμένη στο δωμάτιό της καραντίνα. Στην πόρτα της αφήνανε ένα πιάτο φαΐ κι ένα ποτήρι νερό. Μόνο το απόγευμα έβγαινε για λίγο στο παράθυρο να τη δούμε εμείς από κάτω κι αυτή να βλέπει να παίζουμε μ’ ένα χαμόγελο-γκριμάτσα στο στόμα και το μάτι να κρατάει στο βλέφαρο το δάκρυ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ