Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει προκαλέσει, και εξακολουθεί να προκαλεί, τεράστια δεινά. Την ίδια στιγμή, όμως, λειτουργεί ως καταλύτης και για σημαντικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Σε κεντρικό επίπεδο, με την υπέρβαση των διαφορών ανάμεσα στα διάφορα στρατόπεδα, αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο, με την αίτηση παραδοσιακά ουδέτερων χωρών όπως η Σουηδία και η Φινλανδία να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.
Μια από τις εξελίξεις αυτές, που ενδιαφέρει άμεσα τη χώρα μας, είναι και η επίσπευση των ενταξιακών διαδικασιών για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Οι προσπάθειες της Μόσχας να διασπάσει το δυτικό μέτωπο μέσω της Σερβίας και η μαζική οικονομική διείσδυση του Πεκίνου σε διάφορες βαλκανικές χώρες έπεισαν τον πρόεδρο Μακρόν να άρει τις αντιρρήσεις του και να συμφωνήσει με τον καγκελάριο Σολτς ότι οι χώρες αυτές ανήκουν στον κεντρικό πυρήνα της Ευρώπης, και όχι σε κάποιον ομόκεντρο κύκλο.
Οπως είναι φανερό, η χώρα μας θα παίξει πρωτεύοντα ρόλο σε αυτή τη διαδικασία, λειτουργώντας ως γέφυρα ανάμεσα στους βόρειους γείτονές της και την Ευρώπη. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος της αποψινής παρουσίας του Ολαφ Σολτς στη Θεσσαλονίκη. Η επίσκεψη του γερμανού καγκελαρίου στην Ελλάδα όμως αναδεικνύει και τη θεαματική βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Μια βελτίωση, την οποία εμπόδιζε ως τώρα η επιμονή της προηγούμενης καγκελαρίου τόσο στην αυστηρή εφαρμογή των Μνημονίων την περίοδο της κρίσης, όσο και στην τήρηση ίσων αποστάσεων στις ελληνοτουρκικές διαφορές.
Λένε πολλοί ότι ο Σολτς είναι άτολμος, ότι δυσκολεύεται να αναλάβει πρωτοβουλίες, ότι νομίζει πως βρίσκεται ακόμη στο υπουργείο Οικονομικών. Το βέβαιο είναι ότι κατάλαβε τα στρατηγικά αδιέξοδα στα οποία οδηγούσε η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας του από τη Μόσχα – για την οποία η Ανγκελα Μέρκελ αρνείται να απολογηθεί. Οπως κατάλαβε και τα πολιτικά αδιέξοδα στα οποία οδηγεί η ουδετερότητα απέναντι σε αυταρχικές και αναθεωρητικές δυνάμεις – είτε πρόκειται για τη Ρωσία είτε για την Τουρκία.
Οι Γερμανοί ξανάρχονται. Αυτή τη φορά, όμως, όχι για να επιβάλουν. Αλλά για να συνεργαστούν.