Γλυκόπικρη γεύση άφησε στους εκπροσώπους του ακτοπλοϊκού κλάδου το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος. Και αυτό γιατί από τη μια πλευρά είδαν τις πληρότητες, ειδικά στους πιο κοντινούς προορισμούς στην Αττική, να πλησιάζουν τα επίπεδα-ρεκόρ του 2019, από την άλλη όμως διαπιστώνουν ότι τα πολύ ακριβά ναυτιλιακά καύσιμα «ροκανίζουν» τα κέρδη τους. Μιλώντας στα «ΝΕΑ» παράγοντες του κλάδου, υπογραμμίζουν ότι το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος σε Κυκλάδες από τα λιμάνια του Πειραιά, της Ραφήνας και του Λαυρίου η κίνηση ήταν αυξημένη και προσέγγισε τα επίπεδα του αντίστοιχου εορταστικού τριημέρου του 2019 –  μια χρονιά-ορόσημο για την επιβατική κίνηση στην ακτοπλοΐα.

Ωστόσο, την ίδια περίοδο έχει αυξηθεί σημαντικά το κόστος καυσίμων με αποτέλεσμα η λειτουργία των πλοίων να είναι οριακά κερδοφόρα, παρότι οι πληρότητες κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα, και την ίδια στιγμή οι τιμές στα εισιτήρια έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο από 20%-28% σε σύγκριση με πέρυσι. Συγκεκριμένα, οι τιμές των καυσίμων έχουν αυξηθεί από 80% έως και 120% ανάλογα με τον τύπο καυσίμου.

Στέλεχος μεγάλης ακτοπλοϊκής εταιρείας λέει πως τον Μάιο τα έσοδα αυξήθηκαν 5 εκατ. ευρώ πάνω από τον προϋπολογισμό λόγω των αυξημένων τιμών των εισιτηρίων, όμως τον ίδιο μήνα τα κόστη πετρελαίου αυξήθηκαν 15 εκατ. ευρώ πάνω από τον προϋπολογισμό λόγω των νέων υψηλοτέρων τιμών των καυσίμων.

Το τριήμερο ήταν ένα crash test για την πορεία του κλάδου το τρίτο τρίμηνο του έτους (Ιούλιος – Σεπτέμβριος) που είναι παραδοσιακά το καλύτερο από πλευράς επιβατικής κίνησης και στο οποίο δημιουργείται «το λίπος» (τα κέρδη) που κρατά «ζωντανό» τον κλάδο για την υπόλοιπη χρονιά. Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι φέτος η κερδοφορία το τρίτο τρίμηνο θα είναι πολύ χαμηλότερη σε σύγκριση με άλλες καλές χρονιές, με αποτέλεσμα ολόκληρο το έτος να αποβεί εξαιρετικά ζημιογόνο. «Από Σεπτέμβριο η ακτοπλοΐα βουλιάζει» επισημαίνουν χαρακτηριστικά.

Τα καύσιμα. Το κόστος των καυσίμων παραμένει ο μεγάλος πονοκέφαλος για την ακτοπλοΐα. Ενώ σε κανονικές περιόδους αποτελούσε το 30%-35% των λειτουργικών δαπανών των πλοίων κατά μέσο όρο, μετά τις αυξήσεις που καταγράφονται από το τέταρτο τρίμηνο του 2021 έχει εκτοξευτεί στο 60%-70% των λειτουργικών δαπανών των πλοίων. Η άνοδος των ναύλων που κατά μέσο όρο κυμαίνεται στο 28% είναι το τελευταίο «καταφύγιο» των εταιρειών, οι οποίες ωστόσο αποφεύγουν τις συνεχείς αυξήσεις καθώς φοβούνται ότι θα επηρεάσουν την επιβατική κίνηση. Ηδη αυτό είναι εμφανές στις πιο μακρινές διαδρομές όπου τα εισιτήρια είναι ακριβότερα.

«Οι αυξήσεις στις τιμές πώλησης των υπηρεσιών μας δεν διαφέρουν από τις αυξήσεις που βλέπουμε στις τιμές πώλησης αγαθών και υπηρεσιών σε άλλους κλάδους της οικονομίας» δήλωσε πρόσφατα στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας Σπύρος Πασχάλης. Επίσης, ένα ακόμη «αγκάθι» αποτελεί για τον κλάδο η μη καταβολή τω μισθωμάτων στις εταιρείες που εκτελούν και δρομολόγια άγονων γραμμών. Πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα κονδύλια στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και γίνεται προσπάθεια για την εξεύρεση κονδυλίων από άλλα υπουργεία.

Αναφορικά με την επιβατική κίνηση στο σύνολο της χρονιάς, εκτιμάται ότι θα παραμείνει σε επίπεδα από 10% έως 20% χαμηλότερα σε σύγκριση με το 2019, καθώς η δουλειά των groups έχει σχεδόν χαθεί ως απόρροια των δύο ετών κορωνοϊού, ενώ σημαντικές αγορές όπως η κινεζική παραμένουν κλειστές. Αντίθετα, η μεταφορά φορτίων αναμένεται να διαμορφωθεί στα ίδια επίπεδα με το 2019.