Η συμφωνία στην οποία φάνηκε να καταλήγουν χθες οι εκπρόσωποι της Ρωσίας, του Ιράν και της Τουρκίας για την Ιντλίμπ δεν προκαθορίζει το τι θα συμβεί τις επόμενες ημέρες στην υπόλοιπη Συρία. Εκεί όπου, εδώ και αρκετές εβδομάδες, οι πάντες δείχνουν να ετοιμάζονται για την έναρξη της νέας – τέταρτης από το 2016 – τουρκικής εισβολής, την οποία έχει προαναγγείλει ο Ταγίπ Ερντογάν, παρά τις αντιδράσεις από την πλευρά τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και της Ρωσίας.
«Προσπαθήσαμε να τους πείσουμε ότι το ζήτημα είναι ανάγκη να επιλυθεί με ειρηνικά μέσα, χωρίς την καταφυγή σε βία, καθώς αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση», δήλωσε ο ειδικός απεσταλμένος της Μόσχας, Αλεξάντερ Λαβρέντιεφ, αναφερόμενος στα σχέδια της Αγκυρας. Επανέλαβε, έτσι, όσα είχε πει τόσο ο ίδιος όσο και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου την Τετάρτη – χωρίς, πάντως, οι διατυπώσεις και ο τόνος που επελέγη να παραπέμπουν σε δυναμική αντίδραση σε περίπτωση που ο Ερντογάν δώσει την εντολή για έναρξη της επιχείρησης.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τις πληροφορίες του ανταποκριτή του δικτύου Al Monitor στη Συρία, ο υποστηριζόμενος από την Τουρκία Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA) έχει προχωρήσει ήδη στη συγκρότηση δύο νέων στρατιωτικών συμβουλίων. Σκοπός τους, όπως τονίζεται, είναι να διασφαλιστεί ο έλεγχος των δύο βασικών πόλεων που έχουν μπει στο στόχαστρο της Αγκυρας, της Ταλ Ριφάατ και της Μανμπίτζ, από τη στιγμή που (όπως θεωρούν δεδομένο) εκδιωχθούν από εκεί οι δυνάμεις των Κούρδων, που είναι ο κορμός των αποκαλούμενων Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), που έχουν τη στήριξη των Αμερικανών.
Βεβαίως, όπως σημειώνει ο ίδιος ανταποκριτής, παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις του FSA πραγματοποιούν καθημερινά παρελάσεις και ασκήσεις ετοιμότητας, οι μάχες «είναι πιθανό να μην αρχίσουν εάν η Τουρκία δεν λάβει το πράσινο φως από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία». Κι εδώ η αλήθεια είναι πως παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό, ειδικά μετά την τριμερή στο Νουρ-Σουλτάν.
Πιθανότατα δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μετά τη διήμερη συνάντηση που είχαν στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, οι τρεις χώρες με τη μεγαλύτερη εμπλοκή στις εξελίξεις στη Συρία (Ρωσία και Ιράν στηρίζουν τον Μπασάρ αλ-Ασαντ και το καθεστώς του, ενώ η Τουρκία τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες) περιορίστηκαν στις αναφορές στην κατάσταση της Ιντλίμπ. Πρόκειται, ουσιαστικά, για το μεγαλύτερο προπύργιο των αντικαθεστωτικών ανταρτών που, με τη στήριξη της Αγκυρας, καταφέρνουν να διατηρούν τον έλεγχό του, παρά τις διαρκείς επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού, αλλά και των ρωσικών μέσων και των ιρανών μαχητών που το στηρίζουν. Στις τάξεις των ένοπλων ομάδων που βρίσκονται εκεί δε περιλαμβάνονται σε μεγάλο ποσοστό και τζιχαντιστές – κυρίως της οργάνωσης Hayat Tahror al-Sham – κάνοντας πολλούς να κατηγορούν την Αγκυρα για υπόγειες σχέσεις με το Ισλαμικό Κράτος, που μπορεί να ηττήθηκε αλλά ποτέ δεν εξαλείφθηκε από τη Συρία και το Ιράκ.
Σημειώνεται ότι η Ιντλίμπ βρίσκεται νοτιότερα από τις δύο πόλεις-στόχους των Τούρκων και πολύ κοντά στο Χαλέπι. Θεωρητικά, θα μπορούσε να μην έχει σχέση με τις σχεδιαζόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις – όπως, τόσο η Δαμασκός όσο και η Μόσχα γνωρίζουν πως εάν η Τουρκία και η φίλα προσκείμενες σε αυτήν δυνάμεις ελέγξουν Μανμπίτζ και Ταλ Ριφάατ τότε θα είναι πιο εύκολο να σπάσουν τον κλοιό και γύρω από την Ιντλίμπ, αλλά και να βάλουν στο στόχαστρό τους το Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας.
Στο παραπάνω φόντο, ίσως δεν αποτελεί σύμπτωση το γεγονός ότι όλες οι αντιμαχόμενες δυνάμεις ανακοινώνουν επιδρομές και συλλήψεις στελεχών του Isis, χωρίς να δίνουν λεπτομέρειες…