Τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, βιώνουμε συνθήκες «τέλειας καταιγίδας» στην παγκόσμια οικονομία, με τις χώρες και τις κοινωνίες να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες μιας πολυεπίπεδης – γεωπολιτικής, ενεργειακής, πληθωριστικής, επισιτιστικής – κρίσης. Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της καλούνται να βρουν τον δρόμο της ανάπτυξης, ισορροπώντας ανάμεσα στις πιέσεις του σήμερα και τις ευκαιρίες του αύριο.
Στο μέτωπο της οικονομίας, οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι συνυπάρχουν με τα μηνύματα αισιοδοξίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Μάιο ο πληθωρισμός έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 29 ετών, σκαρφαλώνοντας στο 11,3% από 10,2% τον Απρίλιο. Η ανάγκη για μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων απέναντι στις πληθωριστικές πιέσεις δημιουργεί πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος, την ώρα που οι συνθήκες πρόσβασης της Ελλάδας στις αγορές και αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους επιδεινώνονται. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αύξηση των επιτοκίων έπειτα από πολλά χρόνια είναι βέβαιο ότι θα έχει επίπτωση στο κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, αλλά και των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των δανειοληπτών.
Η φετινή χρονιά αναμένεται να είναι δύσκολη για την ελληνική οικονομία, δεν λείπουν όμως και οι παράγοντες που λειτουργούν ως «αντίβαρο» στις εξωγενείς πιέσεις. Το πρώτο τρίμηνο του έτους, η ανάπτυξη έφτασε στο 7% παρά τον υψηλό πληθωρισμό, με τις επενδύσεις και τις εξαγωγές να πρωταγωνιστούν σε αυτή την επίδοση. Παρά το ότι ο ρυθμός αυτός αναμένεται να επιβραδυνθεί στα επόμενα τρίμηνα, το θετικό ξεκίνημα μπορεί να μετριάσει τη συνολική επίπτωση σε επίπεδο έτους. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει και το γεγονός ότι η τουριστική περίοδος ξεκίνησε δυναμικά, με τους φορείς της αγοράς να εκτιμούν ότι οι αφίξεις και τα έσοδα θα αγγίξουν τα επίπεδα του 2019. Επιπλέον, η χώρα έλαβε τον περασμένο Απρίλιο μία ακόμη δόση, ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, από το Ταμείο Ανάκαμψης και με τους πόρους αυτούς αναμένεται να χρηματοδοτηθούν δράσεις που θα τονώσουν την οικονομική δραστηριότητα και το κλίμα στην αγορά.
Τα δεδομένα αυτά φέρνουν τις ελληνικές επιχειρήσεις – για μία ακόμη φορά – σε θέση μάχης.
Από τη μία καλούνται να διαχειριστούν τα άμεσα και φλέγοντα προβλήματα που σχετίζονται με την τρέχουσα συγκυρία, όπως είναι οι δυσβάσταχτες ενεργειακές επιβαρύνσεις, η εκτίναξη του κόστους λειτουργίας τους, η μείωση των τζίρων στην αγορά, αλλά και η αναμενόμενη άνοδος του κόστους του χρήματος.
Ταυτόχρονα, όμως, οφείλουν να προετοιμαστούν για την επόμενη ημέρα. Να σχεδιάσουν στρατηγικές, να αξιοποιήσουν νέες χρηματοδοτικές ευκαιρίες και εργαλεία, να υλοποιήσουν επενδύσεις και να προσαρμοστούν σε ένα περιβάλλον όπου ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η ενσωμάτωση καινοτομιών και νέων τεχνολογιών, η μετάβαση σε «πράσινα» μοντέλα λειτουργίας και η εξωστρέφεια αναδεικνύονται σε προϋποθέσεις όχι μόνο για την ανάπτυξη, αλλά και για την ίδια την επιβίωσή τους.
Σε αυτή την προσπάθεια, χρειάζονται και αξίζουν κάθε δυνατή στήριξη. Οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πληθωρισμού και των ανατιμήσεων στην ενέργεια είναι απαραίτητες. Ακόμη πιο αναγκαία, όμως, είναι η διαμόρφωση όρων που θα επιτρέψουν στις ελληνικές επιχειρήσεις κάθε μεγέθους να κοιτάξουν μπροστά. Αυτό προϋποθέτει πάνω από όλα ένα περιβάλλον σταθερό, αξιόπιστο, με διαφάνεια και ξεκάθαρους κανόνες, με αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών, με διευρυμένη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης, με προϋποθέσεις ανταγωνιστικότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας της χώρας και η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας δεν είναι δευτερεύων στόχος αλλά ζωτικής σημασίας ανάγκη για την οικονομία και τις επιχειρήσεις. Ζωτικής σημασίας ανάγκη είναι, επίσης, η διασφάλιση επαρκούς, καθαρής και φθηνότερης ενέργειας, μέσα από μέτρα και επενδύσεις για την αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ, τη δημιουργία χώρων αποθήκευσης, την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας των δικτύων κ.ά.
Είναι ανάγκη να δημιουργηθούν περισσότερα εργαλεία και μηχανισμοί υποστήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβασή τους στα δάνεια και στις ευκαιρίες χρηματοδότησης που παρέχονται μέσω του Ταμείου Ανάπτυξης και του νέου ΕΣΠΑ. Είναι ανάγκη να ενισχυθούν και να αναβαθμιστούν ριζικά τα προγράμματα κατάρτισης και επανειδίκευσης του ανθρώπινου δυναμικού, με έμφαση σε δεξιότητες που η αγορά θα χρειάζεται όλο και περισσότερο στο μέλλον. Είναι ανάγκη να συνεχιστούν – στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας – τα βήματα για τη μείωση της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων. Είναι ανάγκη να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, για την περαιτέρω ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του κράτους, για την αναβάθμιση του χωροταξικού πλαισίου, για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης, για την πάταξη του λαθρεμπορίου, του παρεμπορίου, της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής.
Παρά τις αντιξοότητες του διεθνούς περιβάλλοντος, έχουμε λόγους να αισιοδοξούμε ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε καλύτερα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις και οι άνθρωποί τους έχουν αποδείξει ότι στα δύσκολα ξέρουν να αγωνίζονται, να προσαρμόζονται, να γίνονται πιο ανθεκτικοί. Είναι οι επιχειρήσεις που κράτησαν όρθια την ελληνική οικονομία τα προηγούμενα χρόνια και οι ίδιες είναι τώρα έτοιμες να πρωταγωνιστήσουν στην ανάκαμψη και την ανάπτυξη της επόμενης δεκαετίας.
Ο Ιωάννης Μασούτης είναι πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης
Επιμελητηρίων Ελλάδος