Ταυτόχρονα, όμως, τα νούμερα δίνουν ακόμη την ευχέρεια στους αντιπάλους τους να νιώθουν συμπαθέστεροι όταν συγκρίνονται με τους αριστερούς, και πιο επιθυμητοί ως συμπολίτευση. Οι ερευνητές, που ανέλυσαν το δεύτερο γκάλοπ, επεσήμαναν το φαινόμενο της «αρνητικής ταύτισης» με κάποιο κόμμα – το φαινόμενο, δηλαδή, όπου η αντιπάθεια είναι ισχυρότερο κίνητρο ψήφου από τη συμπάθεια – ως παράγοντα που θα επηρεάσει τη στάση των ψηφοφόρων πάνω από την επόμενη κάλπη. Η εκτίμησή τους έχει αρκετές πιθανότητες να επαληθευθεί. Οχι μόνο γιατί πλέον πρόκειται για τάση διεθνώς, όπως λένε. Αλλά κι επειδή ο παλιός ελληνικός κανόνας της Μεταπολίτευσης – πως δεν κερδίζει ποτέ μια αξιωματική αντιπολίτευση, χάνει πάντα μια κυβέρνηση – συνεχίζει να ισχύει. Βέβαια, το πρόβλημα με τις κομματικές στρατηγικές του «αντι-», οι οποίες σχεδιάζονται ώστε να ενισχύουν τέτοια συναισθήματα, είναι πως παρότι φέρνουν πρόσκαιρα οφέλη – νικά έτσι κανείς σε μια εθνική αναμέτρηση -, κρύβουν μακροπρόθεσμο ρίσκο. Ο κίνδυνος να επικρατήσει το θυμικό εις βάρος της λογικής ως κινητήριος μοχλός πολιτικών και εκλογικών συμπεριφορών παραμονεύει. Και τελικά κλονίζει την εμπιστοσύνη απέναντι σ’ ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ