Μια παροιμία λέει πως τα ακριβά αρώματα μπαίνουν σε μικρά μπουκαλάκια. Κάπως έτσι τείνουν να είναι και τα προϊόντα στα ράφια των αλυσίδων σουπερμάρκετ αφού οι επιχειρήσεις προχωρούν σε μείωση της ποσότητας των προϊόντων και σε μικρότερες συσκευασίες, με τις τιμές όμως να παραμένουν ίδιες. Η τάση αυτή έχει εδώ και χρόνια εμφανιστεί στη διεθνή αγορά και πλέον επεκτείνεται και στην Ελλάδα, μιας και το ράλι των τιμών οδηγεί τους καταναλωτές να περιορίζουν τις αγορές τους στα απολύτως απαραίτητα, ενώ την ίδια ώρα οι επιχειρήσεις αναζητούν τρόπους για να μη χάσουν την πελατειακή τους βάση. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις καταναλωτών που έχουν διαμαρτυρηθεί βλέποντας τις ποσότητες να μειώνονται αλλά τις τιμές να παραμένουν ίδιες ή και να αυξάνονται, ενώ καταναλωτικές οργανώσεις κάνουν λόγο για παραπλάνηση.
Η περίπτωση της φέτας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του ηλεκτρονικού Τύπου, γαλακτοβιομηχανίες φέρονται να έχουν λανσάρει ήδη μικρότερη συσκευασία φέτας, διατηρώντας αμετάβλητη την τιμή του προϊόντος, ενώ αντίστοιχη κίνηση έγινε και στο στραγγιστό γιαούρτι. Στην ίδια γραμμή, εταιρείες σνακ έχουν κυκλοφορήσει μικρότερες συσκευασίες, με τους ειδικούς να προβλέπουν ανάλογες πρωτοβουλίες και σε άλλες προϊοντικές κατηγορίες. Πρόκειται για ένα «τρικ», ένα παιχνίδι, όπως εξηγούν άνθρωποι της αγοράς, που επιστρατεύουν οι εταιρείες για να μη «φανούν στην τσέπη του καταναλωτή» οι ανατιμήσεις και να περάσουν έτσι την επιπλέον επιβάρυνση στην τελική τιμή χωρίς να γίνει άμεσα αισθητή.
Συγκεκαλυμμένες αυξήσεις. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Τμήματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιο Μπάλτα, «αρκετές επιχειρήσεις στο εξωτερικό μειώνουν την ποσότητα του προϊόντος που περιέχει η συσκευασία του για να αντιμετωπίσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής, με συνέπεια να μην αυξάνουν καθόλου ή αισθητά την τιμή της συσκευασίας». Αυτό, όπως εξηγεί, ψυχολογικά για τον καταναλωτή λειτουργεί καθώς, αν και το κόστος ανά μονάδα βάρους ή ανά μονάδα όγκου αυξάνεται, η λιανική τιμή της συσκευασίας είναι ίδια όταν φτάνει να το επιλέξει στο ράφι.
Οι συρρικνωμένες συσκευασίες, σύμφωνα με τον κ. Μπάλτα, φέρνουν συγκεκαλυμμένες ανατιμήσεις και είναι άλλο ένα πρόβλημα που δημιουργεί ο πληθωρισμός για τους καταναλωτές. Οι τελευταίοι συνήθως δέχονται τη μεγαλύτερη οικονομική πίεση καθώς αποτελούν το τελευταίο στάδιο του δικτύου διανομής του προϊόντος και δεν είναι σε θέση να μετακυλίσουν σε άλλους μέρος από το βάρος του πληθωρισμού.
Τι υποστηρίζει η βιομηχανία. Κύκλοι προσκείμενοι στη βιομηχανία υποστηρίζουν ότι η πρακτική αυτή, η οποία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στο εξωτερικό, κάθε άλλο παρά παραπλανητική είναι και έχει δύο στόχους.
Ο πρώτος σχετίζεται με τη μείωση της σπατάλης προσφέροντας στους καταναλωτές τη δυνατότητα να αγοράζουν σε μικρότερες ποσότητες προϊόντα που σε διαφορετική περίπτωση ίσως δεν θα αγόραζαν για οικονομικούς λόγους ή θα πέταγαν.
Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με τη διακίνηση – μεταφορά των προϊόντων αλλά και τη θέση στο ράφι. Οι μικρότερες συσκευασίες είναι πιο ευέλικτες στην τοποθέτησή τους στα ράφια αλλά και στη μεταφορά τους, κι έτσι οι βιομηχανίες έχουν τη δυνατότητα να «εκμεταλλεύονται» τις μικρότερες συσκευασίες και να διακινούν περισσότερους κωδικούς, κάτι που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν ασύμφορο. Είναι λοιπόν, όπως λένε, καθαρά θέμα μάρκετινγκ και τίποτε άλλο αφού πάντα αναγράφεται στο ράφι η τιμή ανά κιλό προϊόντος, όπως προβλέπει ο νόμος, για να μπορεί ο καταναλωτής να συγκρίνει.
Πτώση πωλήσεων. Η ακρίβεια που κατακλύζει τα ράφια των σουπερμάρκετ έχει οδηγήσει τους καταναλωτές σε σημαντική μείωση των αγορών τους. Είναι ενδεικτικό ότι ο όγκος πωλήσεων τον περασμένο Μάιο υποχώρησε κατά 8% με 10%, ενώ παράγοντες της αγοράς θεωρούν ότι η πτωτική τάση θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες (πάντοτε σε επίπεδο όγκου πωλήσεων).