Η Ευρεία Σύνθεση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) εξέδωσε προχθές την απόφασή της επί της άρνησης της Τουρκίας να συμμορφωθεί με την απόφαση του 2019 του ίδιου δικαστηρίου στην υπόθεση Kavala κ. Τουρκίας. Ο Oσμάν Καβάλα είναι δραστήριο μέλος της κοινωνίας των πολιτών, ακτιβιστής υπέρ της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Γι’ αυτές του τις θέσεις και δράση, το καθεστώς Ερντογάν τον διώκει ανηλεώς εδώ και τουλάχιστον πέντε έτη, έχοντάς τον φυλακισμένο βάσει ανυπόστατων και προσχηματικών κατηγοριών, σκοπός των οποίων είναι η φίμωσή του.
Το 2019, το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Τουρκία για την παράνομη στέρηση της ελευθερίας του Kαβάλα και αξίωσε την απελευθέρωσή του. Η απόφαση αυτή υπήρξε βαρύτατη και επονείδιστη για την Τουρκία διότι πιστοποίησε το ανελεύθερο του καθεστώτος που την κυβερνά. Το ΕΔΔΑ συνδύασε το δικαίωμα στην ελευθερία του Kαβάλα με την παραβίαση από την Τουρκία του άρθρου 18 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), το οποίο αφορά την κατάχρηση από τα κράτη των λόγων για τους οποίους επιτρέπεται να περιορίσουν κάποιο ανθρώπινο δικαίωμα. Το «βεληνεκές» του άρθρου 18 παρέμενε ουσιαστικά περιορισμένο για πολλές δεκαετίες. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, βρέθηκε στο «προσκήνιο» ως «όπλο» κατά των ανελεύθερων δημοκρατιών. Με τη σχετική νομολογία, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα καθ’ ου κράτη ενήργησαν κακόπιστα και ότι, όπως και στην υπόθεση Kavala, οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους περιόρισαν τα ανθρώπινα δικαιώματα ήταν άλλοι απ’ αυτούς τους οποίους προσχηματικά ήγειραν.
Παρά τη διεθνή κατακραυγή, αντί η Τουρκία να συμμορφωθεί με την απόφαση Kavala, εξακολούθησε να επινοεί εις βάρος του ποινικές κατηγορίες και να τον κρατά φυλακισμένο. Η στάση της αυτή οδήγησε στην πρόσφατη απόφαση του ΕΔΔΑ, η οποία εκδόθηκε στη βάση του άρθρου 46 παρ. 4 ΕΣΔΑ, στο πλαίσιο δηλαδή μιας ιδιαίτερης διαδικασίας, η οποία ακολουθήθηκε για μόλις δεύτερη φορά από τη θέσπισή της το 2010 – η πρώτη αφορούσε το Αζερμπαϊτζάν. Τη σχετική διαδικασία εκκινεί η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ), όταν κρίνει ότι, λόγω κακοπιστίας ουσιαστικά, ένα κράτος αρνείται να συμμορφωθεί με απόφαση του ΕΔΔΑ εις βάρος του. Με την απόφασή του στη βάση του άρθρου 46 παρ. 4, το ΕΔΔΑ ουσιαστικά επιβεβαιώνει ότι στην υπόθεση Kavala η Τουρκία συμπεριφέρεται κακόπιστα «κατ’ εξακολούθηση». Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι στόχος της απόφασης είναι το λεγόμενο «name and shame», ο στιγματισμός δηλαδή του καθεστώτος Eρντογάν. Η απόφαση είναι σαφής ένδειξη της συνεχούς απομάκρυνσης της Τουρκίας από τις αρχές και τα ιδανικά της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία αποτελούν τη «raison d’être» του ΣτΕ. Η διάγνωση από το ΕΔΔΑ της συνεχιζόμενης κακοπιστίας και άρνησης συμμόρφωσης της Τουρκίας σε ζητήματα θεμελιώδη για μια φιλελεύθερη δημοκρατία έρχεται σε μια περίοδο κρίσιμη για το σύστημα της ΕΣΔΑ, αλλά και για το ίδιο το ΣτΕ. Η πρόσφατη αποπομπή της Ρωσίας λόγω της εισβολής στην Ουκρανία δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου στις σχέσεις μεταξύ του ΣτΕ και, πέραν της Ρωσίας, όλων των ανελεύθερων δημοκρατιών της Ευρώπης, ορισμένες εκ των οποίων θυμίζουν όλο και περισσότερο (μοντέρνες) δικτατορίες. Δυστυχώς, στη λίστα των κρατών τα οποία έχουν, λίγο ή πολύ, προβληματική σχέση με τους θεσμούς του ΣτΕ συμπεριλαμβάνεται και η πλέον ώριμη δημοκρατία της Ευρώπης, το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο, αντί να δρα «παιδαγωγικά» και ως παράδειγμα προς μίμηση για τα άλλα κράτη, διεκδικεί ιδιαίτερη μεταχείριση στο σύστημα ιδίως της ΕΣΔΑ, για λόγους οι οποίοι, πολιτικά μιλώντας, πιθανότατα έχουν κοινές ρίζες με το Brexit.
Σε αυτό το νομικοπολιτικό περιβάλλον, το ΣτΕ και οι θεσμοί του καλούνται να προστατεύσουν αξίες οι οποίες μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν εμπεδωμένες, όπως η διάκριση εξουσιών, η δικαστική ανεξαρτησία, η πολυφωνία, εν τέλει η ίδια η φιλελεύθερη δημοκρατία. Γι’ αυτόν τον λόγο, αποφάσεις σαν και αυτή του ΕΔΔΑ για την άρνηση της Τουρκίας ν’ αποφυλακίσει έναν μαχητή της ελευθερίας και της δημοκρατίας είναι βαρύνουσας σημασίας τόσο για τον τουρκικό λαό όσο και για όλους μας. Τραβούν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ φιλελεύθερης δημοκρατίας και των καθεστώτων που υπολείπονται αυτής και καλούν τα κράτη και τους λαούς τους να επιλέξουν πού θέλουν να ανήκουν. Ετσι, το ΣτΕ προστατεύει τις κοινές μας αξίες, αλλά και το ίδιο του το μέλλον ως εγγυητή αυτών σε μια ραγδαία μεταβαλλόμενη Ευρώπη.
Ο δρ Βασίλης Π. Τζεβελέκος είναι αναπληρωτής καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών. Ο γράφων εκφράζει προσωπικές απόψεις