Υπήρξε μια περίοδος όπου η επέκταση της λειτουργίας και δράσης των πλατφορμών διαμοιρασμού παρουσιάστηκε ως μια αυτονόητη τεχνολογική πρόοδος και οι αντιδράσεις σε αυτές στιγματίστηκαν ως μια οπισθοδρομική αντίδραση συμφερόντων που είχαν μια παρωχημένη οπτική και ήθελαν απλώς να υπερασπιστούν «κεκτημένα» παραβλέποντας τις συνολικές κοινωνικές ανάγκες. Βεβαίως, αρκετά σύντομα έγινε σαφές ότι τέτοιες πλατφόρμες και υπηρεσίες, εάν αφήνονταν ανεξέλεγκτες και χωρίς κανένα ρυθμιστικό πλαίσιο, διαμόρφωναν μια συνθήκη όπου ρευστοποιούνταν ουσιαστικά οι όροι εργασίας σε ολόκληρους κλάδους, πλήττονταν κοινωνικές κατηγορίες, απειλούνταν κοινωνικά αγαθά όπως η εξασφάλιση στέγης σε τιμές ανεκτές και υπονομευόταν ο αναγκαίος ελεγκτικός ρόλος του κράτους, όπως και η φοροληπτική του ικανότητα. Οι αποκαλύψεις ότι μία από τις μεγαλύτερες πλατφόρμες είχε μια εξαιρετικά εκτεταμένη δραστηριότητα lobbying στην Ευρώπη, εκμεταλλευόμενη, πέραν όλων των άλλων, και το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες εδώ και καιρό συναγωνίζονται την Ουάσιγκτον ως προς την παρουσία ανθρώπων που δραστηριοποιούνται για την υποστήριξη συγκεκριμένων επιχειρήσεων και κλάδων. Αυτό το lobbying που περιλάμβανε μεγάλους πόρους αλλά και χρήση μεθόδων που μόνο ως αθέμιτες μπορούν να περιγραφούν ήρθε να υπογραμμίσει ότι σε πείσμα της ρητορικής περί διαφάνειας και λογοδοσίας, η συνθήκη με την οποία πραγματικά συζητιούνται ρυθμίσεις και λαμβάνονται αποφάσεις παραμένει όχι μόνο δομικά αδιαφανής αλλά και άνιση ως προς τον συσχετισμό δύναμης και τη δυνατότητα επηρεασμού όσων συμμετέχουν σε αυτή τη «διαβούλευση».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ