Ενα από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν υπέρ της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες ήταν η τοξικότητα που έχει αρχίσει να επιστρέφει στην πολιτική ζωή, θυμίζοντας μέρες κρίσης, μνημονίων και δημοψηφίσματος. Ψέματα, ανοίκειες επιθέσεις, διχασμός, εχθροπάθεια. Την εβδομάδα που διανύσαμε επιβεβαιώθηκε με τον χειρότερο τρόπο ότι στο ίδιο κλίμα θα πάμε και σε αυτές τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν.

Η εβδομάδα ξεκίνησε με μία χυδαία φήμη που διακινήθηκε διαδικτυακά για τον υπουργό Ανάπτυξης Αδωνι Γεωργιάδη και τη σύζυγό του Ευγενία Μανωλίδου. Ουδείς νουνεχής άνθρωπος θα μπορούσε να την πάρει στα σοβαρά, όταν όμως ανέλαβαν να τη διαδώσουν οι κομματικοί στρατοί του Διαδικτύου και άρχισε να αναπαράγεται παντού, τότε κάποιοι άρχισαν να αναρωτιούνται «βρε λες;». Ετσι, ο Αδωνις Γεωργιάδης με την κυρία Μανωλίδου αναγκάστηκαν να διαψεύσουν την αθλιότητα, αλλά και να φωτογραφηθούν, ώστε να φανεί ότι ουδέποτε ο υπουργός γέμισε μελανιές στο πρόσωπο τη σύζυγό του. Βέβαια, ως εκ θαύματος οι γνωστοί έμποροι ευαισθησίας που οδύρονται απέναντι σε καθετί, που, ακόμα και δυνητικά θα μπορούσε να εκληφθεί ως σεξισμός, δεν βγήκαν να ψελλίσουν ούτε λέξη για μία μητέρα που διασυρόταν κατά αυτόν τον τρόπο. Εκκωφαντική ήταν η σιωπή ακόμα και γαλάζιων στελεχών, που για παράδειγμα αντέδρασαν σφοδρά στα πρόσφατα σχόλια για την ενδυματολογική επιλογή της κ. Αχτσιόγλου σε κομματικές ανακοινώσεις για την οικονομία.

Σειρά στην αθλιότητα πήρε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης. Σε μία απολύτως μεθοδευμένη επικοινωνιακά κίνηση, αφού επέλεξε να δημιουργήσει βίντεο στο Τικ Τοκ το οποίο ως γνωστόν απευθύνεται στους νέους, αποκάλεσε Πισπιρίγκου της Παιδείας τη Νίκη Κεραμέως, λέγοντας λίγο αργότερα πως θα ήταν πιο εύστοχο να την είχε αποκαλέσει Μήδεια, θεωρώντας, μάλλον, πως έτσι το διόρθωσε.

Στην εκπνοή της εβδομάδας η τοξικότητα άγγιξε και τον τομέα της Δικαιοσύνης, αφού μία δικαστική απόφαση επιχειρήθηκε για μία ακόμη φορά να εργαλειοποιηθεί κομματικά. Κομματικά στελέχη ανήγαγαν σε μείζον κυβερνητικό ατόπημα την απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου να αποφυλακιστεί με περιοριστικούς όρους ο Δημήτρης Λιγνάδης έως την εκδίκαση της έφεσης. Κάπου εκεί ήρθε η απάντηση του Αλέξη Κούγια πως αφέθηκε ελεύθερος με αναστολή με βάση το άρθρο 497 παράγραφο 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τον οποίο ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ και εν συνεχεία, τη σκυτάλη πήραν τα social media, όπου έγινε κόλαση. Αυτοαναγορευόμενοι δικαστές έστησαν διαδικτυακά λαϊκά δικαστήρια, ενώ αίσθηση προκάλεσε η ανάρτηση ευρωβουλευτή, ο οποίος ουσιαστικά κάλεσε τη Δικαιοσύνη να δικάζει όχι με τους νόμους (που έφερε το κόμμα του ευρωβουλευτή), αλλά με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, τσαλαπατώντας κάθε έννοια νομικού πολιτισμού. «Με 4-3 τον αφήνουν ελεύθερο με αναστολή σε πλήρη αντίθεση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Το δίκαιο των ισχυρών υπέρτερο της ισχύος του δικαίου» έγραψε, προκαλώντας αντιδράσεις. Αλλοι, ακόμα και επώνυμα κομματικά στελέχη, επέλεξαν να δώσουν δικές τους νομικές ερμηνείες, διευκρινίζοντας ότι δεν μιλούν ως νομικοί (άλλωστε δεν είναι νομικοί), αλλά ήταν αρκετό για να πυροδοτήσουν αντιδράσεις σε όλη την κοινωνική πυραμίδα, όπου ο καθένας πια άρχισε να επιδίδεται σε δικονομικές αναλύσεις. Το χειρότερο είναι ότι γνωρίζουν πολύ καλά ότι εργαλειοποιούν υποθέσεις προς αποκόμιση πολιτικού οφέλους, αδιαφορώντας για τα γεγονότα, διότι προφανώς δεν είναι τόσο άσχετοι να μη γνωρίζουν. Βέβαια, από την άλλη, υπάρχει και το χειρότερο σενάριο. Να είναι.