Το άκουσμα του ονόματος και μόνο αρκεί για να συνδεθεί με την ελληνική κρίση της περασμένης δεκαετίας, καθώς ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κατείχε κομβική θέση στην εξέλιξη των διαπραγματεύσεων και των πολιτικών στήριξης. Αλλο τόσο αρκεί για να προκαλέσει πάθη εντός και εκτός Ελλάδας.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, αποτελεί και μία υπενθύμιση για τον τρόπο που οι εταίροι αντέδρασαν στην κρίση, τα περιθώρια που εξαντλήθηκαν (ή όχι) στην επιχείρηση διάσωσης, τις εκατέρωθεν παραλείψεις και αβλεψίες.
Η συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» λαμβάνει επίκαιρη διάσταση όχι μόνο ενόψει της εξόδου της Ελλάδας από την ενισχυμένη επιτήρηση της Κομισιόν τον επόμενο μήνα. Αλλά και λόγω των επισημάνσεών του για τον ρόλο επιμέρους παραγόντων, όπως και της ίδιας της Γερμανίας μέσα στο ευρωπαϊκό σύστημα αλληλεγγύης. Κι αυτό επειδή κανείς δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια μπροστά στους οιωνούς της νεότερης περιόδου, μετά τη ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία.
Η ευρωπαϊκή κοινότητα αντιμετωπίζει ήδη μια δυσμενή πραγματικότητα, όπου η θέση κάθε κράτους – μέλους συμβάλλει στην κοινή πολιτική αντιμετώπισης των νέων απειλών. Στο πλαίσιο αυτό, η αυτοκριτική, η καλόπιστη κριτική και, κυρίως, η καταγραφή της ιστορίας με ειλικρίνεια και ακρίβεια μπορούν να δώσουν τα εχέγγυα για την έγκαιρη προετοιμασία.
Οσες φορές πρυτάνευσε η λογική της συνεργασίας, της αμοιβαίας συνδρομής και του σεβασμού στις ανάγκες των κρατών – μελών, άνοιξε και ο δρόμος για τις καλύτερες δυνατές επιδόσεις της ΕΕ. Οσες φορές, αντιθέτως, κυριάρχησαν οι εθνικές πολιτικές σε πείσμα του υπερεθνικού οικοδομήματος, η ΕΕ έχασε πολύτιμο χρόνο.
Η Ευρώπη περιμένει από όλους να διαφυλάξουν την αξία της – ειδικά σε στιγμές σκοτεινές. Εχει αποδείξει και άλλοτε ότι ύστερα από μια μεγάλη κρίση μπορεί να κάνει το μεγάλο άλμα.