Ο θάνατός του μας αφήνει όλους φτωχότερους. Εμάς τους φίλους του και συνάδελφους του ψυχαναλυτές, τις επιστημονικές εταιρείες στις οποίες συμμετείχε και με το πνεύμα του ενέπνεε τον ακροατή του στο Μέγαρο Plus ή στο Ιδρυμα Θεοχαράκη, που πιστά τον παρακολουθούσε να εξηγεί και να λέει μέσα από τους στίχους του Μ. Ελευθερίου γιατί «παραπονεμένα λόγια έχουν τα τραγούδια μας…».
Εκτός από εξαίρετος ψυχαναλυτής υπήρξε και υπέροχος άνθρωπος και καλός φίλος. Μια γενιά ψυχαναλυτές, ψυχοθεραπευτές και ομαδικοί θεραπευτές ευλογήθηκαν να επηρεαστούν από την προσωπικότητά του. Πάντα πρωτοπόρος, πίστευε σε μια θεραπεία με ανθρώπινο πρόσωπο. Θυμάμαι κάποτε σε μια συζήτηση που είχαμε για το πού θα παραπέμψουμε κάποιον για πιθανή ψυχοθεραπεία να μου προτείνει κάποιον συνάδελφο για τον οποίο είχα κάποιες επιφυλάξεις. Του τις είπα και τον ρώτησα τι τον κάνει να νομίζει ότι ο συγκεκριμένος συνάδελφος θα ήταν κατάλληλος για να αναλάβει το περιστατικό. Μου απάντησε: «Εχεις ίσως δίκιο, δεν είναι τόσο λαμπερός αλλά τουλάχιστον είναι σίγουρο ότι θα ενδιαφερθεί και θα κάνει το καλύτερο».
Αυτός ήταν ο Ματθαίος. Ενδιαφερόταν για τον άλλον, για τον ασθενή. Πίστευε ότι το μεγαλύτερο μέρος στην ψυχοθεραπεία το κάνει το ενδιαφέρον του θεραπευτή για τον θεραπευόμενο. Και ο ίδιος ενδιαφερόταν ειλικρινά. Θυμάμαι σε μια άλλη συζήτηση μας να μου λέει για την ψυχοθεραπεία ότι είναι η καλύτερη σχέση που έχει κάνει μέχρι αυτή την στιγμή ο θεραπευόμενος. Μια σχέση με δομή και με όρια όπου εκπαιδεύεσαι να δώσεις για να πάρεις.
Θα μου λείψει ο μεγάλος αυτός άνδρας που είχα την τύχη να τον έχω δάσκαλο και να τον κάνω φίλο μου.
Θα ζει όμως μέσα μου. Οπως και σε τόσους άλλους που ωφελήθηκαν από αυτόν. Και είναι τόσο πολλοί.
Αντίο, δάσκαλε. Αντίο, φίλε.