Η ιδέα για την παράσταση γεννήθηκε πριν από μία δεκαετία. Oταν έπεφτε η αυλαία στον «Οιδίποδα τύραννο», την πρώτη πρεμιέρα του Τσέζαρις Γκραουζίνις στην Επίδαυρο, την προσοχή του τράβηξε η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ως συνέχεια της ιστορίας του γιου του βασιλιά της Θήβας. Μέχρι να βρει τον δρόμο της στη σκηνή, μεσολάβησε και η δεύτερη παράστασή του στο αργολικό θέατρο με το έργο «Επτά επί Θήβας». Πλέον η «Αντιγόνη» είναι έτοιμη και περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα κάνοντας στις 5 και 6 Αυγούστου στάση στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. «Ξαναδιαβάζοντας την Αντιγόνη του Σοφοκλή βρήκα πολλά στοιχεία που ακουμπάνε στην εποχή μας και ακριβώς αυτό ήταν που μου δημιούργησε την ανάγκη να συνομιλήσω με το συγκεκριμένο έργο. Μπορεί να σας φαίνεται κάπως παράδοξο, αλλά τα μεγάλα, κλασικά έργα μου δίνουν μεγαλύτερη έμπνευση να κατανοήσω το σήμερα και κίνητρο να μιλήσω γι’ αυτό, για το τώρα μέσα από τις παραστάσεις μου απ’ ό,τι τα πιο σύγχρονα έργα» αναφέρει ο Τσέζαρις Γκραουζίνις μιλώντας στο «ΝΣυν».
Μοτίβο. Η συγκεκριμένη μεταφορά της σοφόκλειας αντιπολεμικής τραγωδίας είναι αρκετά σύγχρονη κι επίκαιρη, αφού, όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης, «απευθύνομαι στο σύγχρονο κοινό, με το οποίο μοιραζόμαστε κοινές εμπειρίες τόσο εγώ όσο και οι υπόλοιποι συντελεστές, και στόχος μου είναι οι θεατές να αναγνωρίσουν στα πρόσωπα της παράστασης κάτι από τον εαυτό τους». Κατά την επεξεργασία της, ο ίδιος είχε την ευκαιρία να ξανασκεφτεί και να αναζητήσει τα φαινόμενα της χαράς ως βάση της ανθρώπινης ύπαρξης. «Η χαρά, η αναζήτηση της χαράς, είναι ένα έντονο μοτίβο σε αυτό το έργο του Σοφοκλή. Ο λαός της Θήβας θέλει να ξεχάσει τα δεινά του πολέμου και να ξαναζήσει, να γιορτάσει το ξεκίνημα μιας νέας, χαρούμενης ζωής. Σε μια εποχή γενικευμένου φόβου, στην εποχή μας δηλαδή, που κάθε μέρα τα νέα καταστρέφουν την όποια αισιοδοξία, το θέμα της αναζήτησης της χαράς έχει αποκτήσει μια τραγική διάσταση» τονίζει ο Τσέζαρις Γκραουζίνις.
Τον κεντρικό ρόλο στην παράσταση υποδύεται η Ελλη Τρίγγου και μαζί με τους Βασίλη Μπισμπίκη, Δανάη Μιχαλάκη, Γιώργο Παπαγεωργίου και Ιεροκλή Μιχαηλίδη ζωντανεύουν την ιστορία της Αντιγόνης που έχει πολλά να πει για το σήμερα. «Παρόλο που το έργο γράφτηκε πριν από 2.500 χρόνια, φαίνεται σαν να γράφτηκε σήμερα. Από την άλλη, ηρωίδες σαν την Αντιγόνη δεν γεννιούνται στις μέρες μας. Ή μάλλον, στην ψηφιακή εποχή μας, κάθε δυνητική Αντιγόνη γίνεται cancelled με το που θα σκεφτεί να εξεγερθεί. Οι μοναχικοί ήρωες και ηρωίδες δεν έχουν ελπίδα σήμερα, τους εξολοθρεύει το σύστημα. Οι σημερινοί “ήρωες” κατασκευάζονται από τα ΜΜΕ και τα social media. Με αυτή την έννοια, το κείμενο του Σοφοκλή με συγκινεί γιατί μιλά για κάτι που μοιάζει χαμένο για πάντα. Εχει αυτή την εικόνα της Αντιγόνης που είναι ολομόναχη και καταφέρνει να ταρακουνήσει την τάξη των πραγμάτων. Είναι πολύ συγκινητικό και προβοκατόρικο γιατί μοιάζει αδιανόητο να φανταστούμε τέτοιες ηρωικές πράξεις στη σημερινή πραγματικότητα» υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης.
Δημοκρατία. Η απόφαση της Αντιγόνης να αντισταθεί απέναντι στον πολιτικό πραγματισμό της τυραννίας πάντα υμνείται από τους θεατές, οι οποίοι βέβαια παράλλληλα αναζητούν εκτός σκηνής έναν κυβερνήτη που να τηρεί τους νόμους όπως ο Κρέοντας. «Νομίζω πως οι Ελληνες δεν αναζητείτε απλά νομοταγείς, αλλά και δίκαιους κυβερνήτες. Παρεμπιπτόντως, ο Κρέων, παρά την κακή φήμη που κουβαλά, εκπροσωπούσε μια πολύ δημοκρατική αντίληψη διακυβέρνησης. Πράγματι, γίνεται τύραννος μέσα από τη σύγκρουσή του με την Αντιγόνη. Η Αντιγόνη μάλιστα εκπροσωπούσε μια πιο συντηρητική αντίληψη, ανήκει στη βασιλική οικογένεια. Ο Σοφοκλής είναι υπέροχος ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο: γιατί η τραγωδία του δεν χωράει κανένα κλισέ σαν αυτά που πιθανόν μαθαίνουμε για αυτό το έργο στο σχολείο. Τα υπονομεύει. Στην εποχή του ο Κρέοντας είναι η νέα δημοκρατική αντίληψη ενώ η Αντιγόνη εκπροσωπεί την παλιά αριστοκρατία και τις αξίες της που προσπαθεί να υπερβεί η αθηναϊκή δημοκρατία. Ο Σοφοκλής με μεγάλη μαεστρία διασαλεύει τα στερεότυπα, φωτίζει τις αντιφάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και υπογραμμίζει τον καταλυτικό ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα. Η αρχαία τραγωδία μάς συναρπάζει ακόμα ακριβώς επειδή δεν απλοποιεί τον κόσμο όπως τα σύμβολα, δεν υπάρχει άσπρο – μαύρο. Αντίθετα δείχνει πόσο πολύπλοκη, απρόβλεπτη και αντιφατική και ενδιαφέρουσα είναι η ζωή. Γι’ αυτό πιστεύω πως κάθε νέα γενιά πρέπει να ξαναψάξει και να βρει τη δική της Αντιγόνη και τον δικό της Κρέοντα» καταλήγει ο Τσέζαρις Γκραουζίνις.