Σε γενικές γραμμές το Μετρό έχει αντιμετωπιστεί θετικά από τους κατοίκους της Αττικής. Είναι γρήγορο, βολικό, και οικολογικό. Αν εξαιρέσουμε την αναπόφευκτη γκρίνια των οδηγών εκεί όπου τα έργα περιορίζουν τον διαθέσιμο χώρο για τα αυτοκίνητα, είναι καλοδεχούμενο. Αλλωστε, το να περιορίσουμε ριζικά τη χρήση του αυτοκινήτου είναι κομβική πλευρά ενός «πράσινου» μέλλοντος.
Οι κάτοικοι των Εξαρχείων προφανώς και δεν αγνοούν όλες αυτές τις θετικές διαστάσεις της κατασκευής νέων γραμμών του Μετρό. Ο λόγος που αντιδρούν στην κατασκευή του σταθμού στην Πλατεία Εξαρχείων έχει να κάνει ακριβώς με το ότι αισθάνονται ότι η συγκεκριμένη επιλογή χωροθέτησης δεν έχει να κάνει με κάποια τεχνική επιλογή, ιδίως από τη στιγμή που είχε προταθεί και άλλη παρακείμενη θέση για τον σταθμό αυτό, που θα εξυπηρετούσε και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αλλά με το πώς η κατασκευή του εντάσσεται σε μια μακρά αλυσίδα προσπαθειών η γειτονιά αυτή να αντιμετωπιστεί με τρόπο «κατασταλτικό».
Εδώ και χρόνια τα «Εξάρχεια» έχουν χρεωθεί έναν συμβολισμό «παραβατικότητας» και «ανομίας», που παρότι δεν ανταποκρίνεται συχνά στην πραγματικότητα, εντούτοις έχει αναδείξει την «ανάπλασή» τους και δη με όρους κατάργησης ενός υποτιθέμενου «άβατου» σε μια ιδιότυπη πολιτική στόχευση που υπερβαίνει κατά πολύ τα πραγματικά προβλήματα της γειτονιάς και εντάσσεται σε μια ακόμη παρενέργεια της κυριαρχίας της επικοινωνίας στον χώρο της πολιτικής απόφασης. Ομως, αυτό που προσπερνιέται είναι η εύλογη αντίρρηση στη μετατροπή μιας δενδρόφυτης πλατείας σε εργοτάξιο τώρα και σε είσοδο και έξοδο σταθμού αργότερα, σε μια πόλη με τραγική έλλειψη ελεύθερων χώρων και πρασίνου, όπως και η εξίσου εύλογη διαπίστωση ότι μέρος της όλης μεθόδευσης σε μικρό βαθμό έχει να κάνει με την αναγκαία χωροταξική αναμόρφωση και αναβάθμιση. Ως εάν οι λαμαρίνες που τοποθετήθηκαν περιμετρικά της πλατείας, οριοθετώντας τον χώρο του εργοταξίου, με τη συνοδεία αστυνομικών δυνάμεων, να συμβολίζουν πολύ περισσότερο την κατίσχυση σε βάρος μιας υποτίθεται ανυπότακτης περιοχής.