Αφήνοντας στην άκρη όσα αφορούν τη διαχείριση της πολιτικής επικαιρότητας, η υπόθεση των παρακολουθήσεων είναι μια ακόμη αμήχανη διαπίστωση ότι το δικαίωμα στο απόρρητο της επικοινωνίας είναι σε διαρκή διακινδύνευση, στο όριο της πλήρους αναίρεσης. Η ίδια η διαμεσολάβηση ολοένα και μεγαλύτερου μέρους της επικοινωνίας μας – αλλά και συνάμα της υποδομής τόσο της κρατικής διοίκησης όσο και της οικονομικής δραστηριότητας – από συστήματα ψηφιακής επικοινωνίας καθιστά εφικτή την παρακολούθηση και καταγραφή πολύ μεγαλύτερου μέρους της ζωής μας, από τη δημόσια παρουσία μέχρι την ιδιωτικότητα. Ουσιαστικά, η παραγωγή «ψηφιακών ιχνών» δεν συγκρίνεται με οποιαδήποτε άλλη πρακτική αποτύπωσης της δράσης και της σκέψης των ανθρώπων.
Γνωρίζουμε τους μηχανισμούς που οδήγησαν σε αυτή τη συνθήκη. Από τη μια, η συγκυρία του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» διαμόρφωσε όρους μιας μόνιμης «κατάστασης εξαίρεσης» που θεωρήθηκε ότι νομιμοποιούσε την άρση προηγούμενων περιορισμών στην ικανότητα των υπηρεσιών ασφαλείας να συλλέγουν δεδομένα στο όνομα της «εθνικής ασφάλειας», ιδίως από τη στιγμή που θεωρήθηκε ότι όσο μεγαλύτερος ο όγκος διαθέσιμων πληροφοριών τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα να αποτραπούν επιθέσεις (παρότι θα ήταν προτιμότερη η επένδυση στην κατανόηση των λόγων που οδηγούν σε αυτές). Από την άλλη, διαμορφώθηκαν, με πρωτοπόρες τις κολοσσιαίες εταιρείες του Διαδικτύου, οι τεχνικοί όροι για μια χωρίς προηγούμενο συγκέντρωση, επεξεργασία και εμπορική εκμετάλλευση των ψηφιακών δεδομένων που δημιουργεί η παρουσία μας στο Διαδίκτυο, με ορίζοντα μια ανάλογης κλίμακας χειραγώγηση της πληροφόρησης και των καταναλωτικών συμπεριφορών μας.
Ολα αυτά δείχνουν ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε υπερβαίνει το ερώτημα της ύπαρξης κάποιων θεσμικών ασφαλιστικών δικλίδων για να μη γίνεται «κατάχρηση» αυτών των πρακτικών (εμφανή π.χ. τα όρια του GDPR), γιατί ο πειρασμός να παρακαμφθούν αυτές οι ασφαλιστικές δικλίδες είναι διαρκής. Το ερώτημα είναι εάν για να προστατεύσουμε πραγματικά θεμελιώδεις ελευθερίες, έχουμε τη διάθεση να αποδεχτούμε ως αντίστοιχα θεμελιώδες δικαίωμα την ελλιπή πληροφόρηση τόσο των υπηρεσιών ασφαλείας όσο και των ιδιωτικών επιχειρήσεων επεξεργασίας δεδομένων.