Οι προβλέψεις για το πολιτικό μέλλον των ΗΠΑ δεν είναι ευοίωνες. Οι προκριματικές αναμετρήσεις για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις πολιτείες του Ουαϊόμινγκ και της Αλάσκα, ώστε να αναδειχθούν εκείνοι που θα διεκδικήσουν τις βουλευτικές έδρες στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, αποτέλεσαν ουσιαστικά τεστ για την επιρροή του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στους Ρεπουμπλικανούς. Και μάλιστα λίγες ημέρες μετά την έρευνα του FBI στο σπίτι του στο θέρετρο Μαρ-α-Λάγκο και την έναρξη έρευνας εις βάρος του για τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων εθνικής ασφάλειας. Το συμπέρασμα; Οι Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι που επικρίνουν ανοιχτά τον Τραμπ έχουν πρόβλημα να κερδίσουν το χρίσμα του κόμματος. Η τάση αυτή έχει διαφανεί σε προηγούμενες αναμετρήσεις. Από τους δέκα Ρεπουμπλικανούς που ψήφισαν υπέρ της παραπομπής του Τραμπ για τη συμπεριφορά του στην επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου πέρυσι, τέσσερις έχασαν τις θέσεις τους από υποψηφίους που ενέκρινε ο Τραμπ, τέσσερις αποφάσισαν να μην είναι υποψήφιοι (βλέποντας ότι δεν έχουν πιθανότητες) και μόνο δύο επέζησαν των εσωκομματικών προκριματικών εκλογών.
Το Ουαϊόμινγκ έστειλε ένα εκκωφαντικό μήνυμα με πολλούς αποδέκτες: η Λιζ Τσέινι, βουλευτής του Ουαϊόμινγκ από το 2017, έχασε την εσωκομματική αναμέτρηση για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματός της – η Χάριετ Χάγκμαν, την οποία είχε επιλέξει προσωπικά ο Ντόναλντ Τραμπ, την κέρδισε με διαφορά άνω των 32 ποσοστιαίων μονάδων. Οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι στη σταθερά συντηρητική πολιτεία, τιμώρησαν μία από τους πλέον εξέχοντες επικριτές του πρώην προέδρου στο Κογκρέσο. Ο τραμπισμός συνεχίζει να θριαμβεύει. Μπροστά σε αυτόν τον κίνδυνο, η 56χρονη Τσέινι δεν απέκλεισε χθες το ενδεχόμενο να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να εμποδίσει τον Τραμπ να εγκατασταθεί και πάλι στον Λευκό Οίκο. Σε ερώτηση δημοσιογράφων εάν εξετάζει το ενδεχόμενο να διεκδικήσει το ρεπουμπλικανικό χρίσμα για την προεδρία, απάντησε: «Είναι κάτι που σκέφτομαι».
Για την Τσέινι η μάχη ήταν πολύ δύσκολη, καθώς έγινε αντιπρόεδρος της επιτροπής του Κογκρέσου που διερευνά την επίθεση των οπαδών του Τραμπ στις 6 Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο και ψήφισε υπέρ της παραπομπής του, σπάζοντας τη γραμμή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ετσι έχασε το χρίσμα του κόμματος και δεν θα μπορέσει να υπερασπιστεί την έδρα της στις εκλογές του Νοεμβρίου. Μιλώντας στους υποστηρικτές της μετά την ήττα, η Τσέινι τόνισε ότι θα μπορούσε να κερδίσει τις προκριματικές εκλογές και το χρίσμα, κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε να ενστερνιστεί δημόσια τις αβάσιμες καταγγελίες και τις συνωμοσίες του Τραμπ που συνεχίζει να υποστηρίζει ότι του «έκλεψαν» τις εκλογές του 2020. «Η δημοκρατία μας βασίζεται στην καλή θέληση όλων των υποψηφίων για το αξίωμα να αποδεχθούν το αποτέλεσμα των εκλογών», είπε. Η Τσέινι σημείωσε ότι ο Αβραάμ Λίνκολν είχε χάσει τις εκλογές για την ανάδειξή του στο Κογκρέσο πριν κερδίσει την προεδρία και συνέχισε να καταγγέλλει «μείζονα στοιχεία» του κόμματός της που υπερασπίστηκαν τους ταραχοποιούς της 6ης Ιανουαρίου, ενώ επιτέθηκε σε ψευδείς ισχυρισμούς σχετικά με την έρευνα του FBI στο σπίτι του Τραμπ την περασμένη εβδομάδα. «Τα δηλητηριώδη ψέματα καταστρέφουν τα ελεύθερα έθνη», είπε. «Η ελευθερία δεν πρέπει, δεν μπορεί και δεν θα πεθάνει εδώ».
«Σήμερα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, είναι σίγουρα η αρχή μιας μάχης που θα συνεχιστεί», τόνισε η Τσέινι. «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια στιγμή όπου η δημοκρατία μας βρίσκεται πραγματικά υπό επίθεση και απειλή. Και όσοι από εμάς σε όλη την κλίμακα – Ρεπουμπλικανοί, Δημοκρατικοί και ανεξάρτητοι – πιστεύουν βαθιά στην ελευθερία και νοιάζονται για το Σύνταγμα και το μέλλον της χώρας, έχουμε υποχρέωση να το βάλουμε αυτό πάνω από το κόμμα».
Μετά την έρευνα των πρακτόρων του FBI στην κατοικία του Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο, η Χάγκμαν – η οποία έχει ασπαστεί την άρνηση του Τραμπ για τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020 – υπερασπίστηκε τον πρώην πρόεδρο, αποκαλώντας την έρευνα «πολιτική δίωξη». «Αν το FBI μπορεί να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο σε έναν πρώην πρόεδρο, φανταστείτε τι μπορεί να κάνει σε εμάς τους υπόλοιπους. Είναι ένα σύστημα δικαιοσύνης δύο επιπέδων – ένα για τις ελίτ και ένα άλλο για τους πολιτικούς τους εχθρούς», έγραψε η υποψήφια στο Twitter.
Ακόμη και πριν ξεκαθαρίσει η ήττα της Τσέινι, ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους. Ο Τέιλορ Μπούντοβιτς, εκπρόσωπος του Τραμπ, ανήρτησε στο Twitter μια φωτογραφία του Τραμπ να χορεύει και έγραψε: «Αντίο Λιζ Τσέινι».
Στην τελευταία παρέμβασή της στους ψηφοφόρους του Ουαϊόμινγκ, η κόρη του πρώην αντιπροέδρου της χώρας, έκανε έκκληση προς τους Αμερικανούς να εγκαταλείψουν το «Μεγάλο Ψέμα» στο οποίο επιμένει ο Τραμπ σχετικά με τον ισχυρισμό του ότι εκείνος ήταν που κέρδισε τις εκλογές του 2020. «Το ψέμα ότι οι προεδρικές εκλογές του 2020 κλάπηκαν είναι ύπουλο. Μετατρέπει σε θύματα ανθρώπους που αγαπούν τη χώρα τους», ανέφερε η Τσέινι σε ένα σύντομο βίντεο που αναρτήθηκε στο Twitter.
Στην Αλάσκα
Και το αποτέλεσμα στην Αλάσκα όμως δημιουργεί προβληματισμό: η Σάρα Πέιλιν, η πρώην υποψήφια αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, που θεωρείται ότι τώρα υποστηρίζεται από τον Τραμπ, κατάφερε να προχωρήσει στην εσωκομματική διαδικασία για την έδρα της Βουλής στην πολιτεία αυτή. Ολα δείχνουν ότι θα είναι στο ψηφοδέλτιο στις γενικές εκλογές του Νοεμβρίου, αφού η πρώην κυβερνήτης της Αλάσκας κέρδισε μία από τις τέσσερις θέσεις που διεκδικούν τη βουλευτική έδρα της πολιτείας. Μαζί με δύο άλλους συνυποψηφίους της η Πέιλιν πήρε μέρος και σε ειδικές κάλπες που στήθηκαν για να αποφασιστεί ποιος θα αντικαταστήσει τον μέχρι τώρα βουλευτή της Αλάσκας Ντον Γιανγκ, ο οποίος πέθανε τον Μάρτιο, για τους λίγους μήνες που μένουν μέχρι να ολοκληρωθεί η θητεία. Τα αποτελέσματα των ειδικών εκλογών ενδέχεται να χρειαστούν μέρες για να οριστικοποιηθούν, καθώς οι ψηφοφόροι της Αλάσκας χρησιμοποιούν για πρώτη φορά σύστημα ψηφοφορίας κατάταξης. Ο Γιανγκ εξελέγη για πρώτη φορά στο αξίωμα το 1973 και ήταν το μακροβιότερο Ρεπουμπλικανό μέλος της Βουλής, κατέχοντας τη μοναδική έδρα της πολιτείας στο κοινοβούλιο επί σχεδόν 50 χρόνια. Στην Αλάσκα, πάντως, σημειώθηκε και ένα αποτέλεσμα που δεν ευχαρίστησε τον Τραμπ. Η Ρεπουμπλικανή γερουσιαστής της πολιτείας Λίζα Μαρκόφσκι, την οποία δεν υποστήριξε ο πρώην πρόεδρος, κατάφερε να κερδίσει τις εσωκομματικές εκλογές και έτσι θα υπερασπιστεί την έδρα της στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Ποιες είναι
Ελίζαμπεθ Λιν Τσέινι
Από τα ηγετικά στελέχη της νεοφιλελεύθερης πτέρυγας
Η Ελίζαμπεθ Λιν Τσέινι είναι η μεγαλύτερη κόρη του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι. Εξελέγη βουλευτής του Ουαϊόμινγκ το 2017, στη θέση που παλαιότερα κατείχε ο πατέρας της, όμως έχει μακρά πορεία στη δημόσια διοίκηση. Στη διάρκεια της προεδρίας του Τζορτζ Μπους υιού, ήταν υπεύθυνη του υπουργείου Εξωτερικών για τη Μέση Ανατολή. Θεωρείται από τα ηγετικά στελέχη της νεοφιλελεύθερης πτέρυγας και μέλος του κατεστημένου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, γι’ αυτό και συγκεντρώνει τα πυρά των οπαδών του Τραμπ που θέλουν να ανατρέψουν την κατάσταση. Λόγω της επικριτικής της στάσης στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021, έγινε απόπειρα από βουλευτές που υποστηρίζουν τον Τραμπ να την απομακρύνουν από την ηγεσία του κόμματος, πέρυσι τον Φεβρουάριο. Εκτοτε περιβάλλεται από αυστηρά μέτρα ασφαλείας.
Υποστηρίζει τη χρήση βασανιστηρίων. Το 2009, προασπίστηκε τη χρήση του «εικονικού πνιγμού» από την κυβέρνηση Μπους. Το 2018, όταν ο γερουσιαστής Τζον ΜακΚέιν άσκησε κριτική στην υποψήφια για την ηγεσία της CIA Τζίνα Χάσπελ, η Τσέινι πάλι υπερασπίστηκε τις λεγόμενες «ενισχυμένες τεχνικές ανάκρισης», λέγοντας ότι «σώζουν ζωές, αποτρέπουν επιθέσεις και προσφέρουν πληροφορίες όπως αυτές που οδήγησαν στη δολοφονία του Οσάμα μπιν Λάντεν». Το 2013 αντιτάχθηκε δημόσια στον γάμο των ομοφύλων, γεγονός που προκάλεσε δημόσια αντιπαράθεση με την ομοφυλόφιλη αδελφή της Μέρι Τσέινι. Πέρυσι, η Λιζ εξέφρασε τη λύπη της για τη στάση που είχε κρατήσει τότε και έγινε μία από τους 47 Ρεπουμπλικανούς νομοθέτες που ψήφισαν τον νόμο για τους γάμους ομοφύλων. Είναι παντρεμένη και έχει πέντε παιδιά.
Σάρα Πέιλιν
Η ρατσίστρια «μητέρα αρκούδα» και το Τσάι Πάρτι
Η 58χρονη Πέιλιν έγινε για πρώτη φορά γνωστή στις ΗΠΑ ως υποψήφια αντιπρόεδρος της χώρας δίπλα στον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο για την προεδρία Τζον ΜακΚέιν στις εκλογές του 2008 – η πρώτη γυναίκα στην ιστορία του συντηρητικού κόμματος που διεκδίκησε το αξίωμα αυτό. Τότε είχε αυτοχαρακτηριστεί ως «μητέρα αρκούδα» για να δείξει πόσο αυστηρή είναι για τα πέντε παιδιά της και είχε φωτογραφιστεί στο γραφείο της – ήταν κυβερνήτης της Αλάσκας – μαζί με άγρια ζώα που είχε σκοτώσει και βαλσαμώσει. Την επόμενη χρονιά αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το αξίωμα της κυβερνήτου της πολιτείας λόγω των πολλών παρασπονδιών που είχε κάνει στη διάρκεια της θητείας της και των υπερβολικών εξόδων. Μετά την παραίτησή της έγινε από τα προβεβλημένα στελέχη του Τσάι Πάρτι, της υπερσυντηρητικής πτέρυγας των Ρεπουμπλικανών. Εμφανιζόταν συχνά στην τηλεόραση και είχε διατελέσει πολιτική σχολιάστρια, μεταξύ 2010 και 2015 στο συντηρητικό τηλεοπτικό δίκτυο Fox. Οι συχνές επιθέσεις της στα ΜΜΕ, οι ρατσιστικές της απόψεις και η δημαγωγική συμπεριφορά της πιστεύεται ότι άνοιξαν τον δρόμο για τον Τραμπ, του οποίου ήταν από τους πρώτους υποστηρικτές. Aπό τις αρχές της χρονιάς φέτος, άρχισε να εμφανίζεται δίπλα στον Τραμπ σε πολιτικές συγκεντρώσεις και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, προετοιμάζοντας προφανώς τη νέα εμπλοκή της στην ενεργό πολιτική.