Το 2023 θα είναι έτος συναγερμού για τα ελληνοτουρκικά. Μακράν το πιο επικίνδυνο. Θα είναι η χρονιά που η ένταση που η Αγκυρα οικοδομεί ιδίως τις δύο τελευταίες δεκαετίες θα πρέπει είτε να περάσει στην πράξη είτε να κινδυνεύσει να εγκαταλειφθεί. Δεν υπάρχει ίχνος δείγματος ότι η Τουρκία θα κάνει το δεύτερο, ενώ πυκνώνουν διαρκώς οι ενδείξεις ότι θα επιχειρήσει το πρώτο.
Το 2023 η Τουρκική Δημοκρατία θα γιορτάσει τα 100 της χρόνια. Αναγνωρίστηκε διεθνώς ως κράτος διάδοχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη Συνθήκη της Λωζάννης. Για ένα καθεστώς που έχει οικοδομήσει τη νέα εθνική του φιλοδοξία πάνω στην επιθετικότητα των παλιών συμβολισμών, αυτή είναι η ώρα της εκπλήρωσής τους. Πολύ περισσότερο όταν, ταυτόχρονα, ο Ιούνιος του 2023 είναι ο μήνας που έχουν προσδιοριστεί οι προεδρικές εκλογές στη χώρα. Και είναι η πρώτη φορά που όλες οι ενδείξεις θέλουν τον επί 20ετία πλέον ισλαμιστή πρόεδρο Ερντογάν να χάνει την εκλογική μάχη και να εγκαταλείπει το παλάτι που ο ίδιος έχτισε στην Αγκυρα. Και αυτό τις ημέρες των παραπάνω εορτασμών.
Αν συμβεί κάτι τέτοιο, η όποια παρουσία της Τουρκίας στο διεθνές περιβάλλον θα υποχωρήσει δραματικά, τουλάχιστον για ένα σοβαρό διάστημα, καθώς αυτή είναι άμεσα συναρτημένη με την προσωπικότητα του ίδιου του Ερντογάν. Ο οποίος πήρε μια χώρα χρεωμένη στο ΔΝΤ, το έδιωξε πριν λήξει η σχετική σύμβαση και τη μετέτρεψε σε κάτι που ουδείς φανταζόταν ότι μπορούσε αυτή να γίνει σε όλα τα επίπεδα. Αν πέσει ο Ερντογάν, πέφτει σε μεγάλο βαθμό μαζί του και η ελληνική στρατηγική της Τουρκίας. Πρέπει λοιπόν να αναρωτηθεί κανείς: Μπορεί να φανταστεί τον Ερντογάν να τα εγκαταλείπει όλα αυτά και να φεύγει; Επειδή κινδυνεύει να χάσει τις εκλογές; Ιδίως επειδή σήμερα η τουρκική οικονομία βρίσκεται εκ νέου σε τροχιά βύθισης και ο πληθωρισμός της έχει γονατίσει τον πληθυσμό της χώρας; Είναι ο Ερντογάν ένας από τους πλέον αυταρχικούς ηγέτες της εποχής μας, ο άνθρωπος ο οποίος θα αποδεχθεί παθητικά τη μοίρα που πιθανότατα του επιφυλάσσουν οι κάλπες; Και θα εγκαταλείψει την εξουσία αποδεχόμενος να περάσει στο παρελθόν; Θα αφήσει να χαθεί ένα ολόκληρο καθεστώς που με βία οικοδόμησε στη θέση ενός άλλου; Ή θα επιχειρήσει να κάνει κάτι για αυτό;
Εκτός από τα 100 χρόνια, υπάρχει και μια άλλη μεγάλη ετήσια επέτειος, ακόμα πιο κατάλληλη: στις 19 Μαΐου είναι η εθνική γιορτή για την έναρξη του πολέμου της ανεξαρτησίας του 1919 κατά των Ελλήνων και των συμμάχων. Η ημερομηνία των εκλογών έχει ανακοινωθεί ήδη για τις αρχές Ιουνίου. Συνεπώς, ο Ερντογάν θα έχει ένα περιθώριο ουσιαστικά πέντε μηνών μέχρι να φτάσει στις κάλπες που θα κρίνουν όχι μόνο το μέλλον της χώρας και του ιδίου αλλά και την υστεροφημία του. Πιθανώς, με τις φοβερές πολιτικές εντάσεις που κυριαρχούν στην τουρκική πολιτική ζωή, να κρίνουν και το αν θα μπορέσει να παραμείνει τελικά στη χώρα ύστερα από μια ήττα. Το να πιστεύει λοιπόν κανείς ότι ο Ερντογάν θα περιμένει να λάβει τις αποφάσεις του το βράδυ των εκλογών, έχοντας αναλάβει τη μέγιστη διακινδύνευση να ηττηθεί στις κάλπες, είναι απλώς φενάκη. Επίσης, το να φαντάζεται ότι έχει κανέναν λόγο να κατεβάσει τα τανκς και να μετατρέψει τη δικτατορία του σε ανοικτή μετά την ήττα είναι εξίσου λανθασμένο. Ο Ερντογάν είναι αποδεδειγμένα στρατηγικός και δρα πάντοτε εκ του ασφαλούς. Ετσι έχει καταφέρει να παραμένει τόσα χρόνια στην εξουσία μέσα από τέτοιες εσωτερικές και διεθνείς θύελλες.
Με τον τρόπο που εξελίσσονται τα πράγματα για τον τούρκο πρόεδρο, μια επίθεση εναντίον της Ελλάδας το 2023 δεν είναι πια απλώς ένα μέγα υπαρξιακό όραμα. Καθίσταται επιπλέον και κάτι μεταξύ αυτοεκπληρούμενης προφητείας και πολιτικού μονοδρόμου προσωπικής επιβίωσης και εθνικοπολιτικής δικαίωσης. Που θα ανατρέψει τα πάντα. Και θα ανακατανείμει άρδην το σκηνικό, στρατεύοντας όλη την Τουρκία πίσω του. Αυτό, φυσικά, μέχρι να ηττηθεί. Και τότε…