«Κερδίζει η Ρωσία τον Πόλεμο;». Με τον τίτλο αυτό πριν από 15 ημέρες περίπου το ΙΕΝΕ (Ιnstitute of Energy for South East Europe, Weekly Report) κυκλοφόρησε την εβδομαδιαία του αναφορά για τις ενεργειακές εξελίξεις στην περιοχή – και όχι μόνο. Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Ινστιτούτου γίνονται σημαντικές επισημάνσεις κι έκρινα πως άξιζε να πληροφορηθείτε το περιεχόμενό τους. Γι’ αυτό και το παραθέτω σε μετάφραση, σχεδόν ολόκληρο: «Αφού συμφωνήσουμε», αναφέρει η έκθεση, «για ποιον πόλεμο μιλάμε, πρέπει να θέσουμε τα ερωτήματα. Γιατί, όπως φαίνεται, αυτή τη στιγμή η Ευρώπη και η Ρωσία έχουν εμπλακεί σε δύο παράλληλους πολέμους. Ο πρώτος επικεντρώνεται στην Ουκρανία μετά τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας. Σκληρές μάχες διεξάγονται σε καθημερινή βάση… Η κατάσταση στο στρατιωτικό πεδίο δεν είναι καθαρή και δεν υπάρχει ακόμη προοπτική συμφωνίας ειρήνης…
Ο δεύτερος πόλεμος που η Ρωσία διεξάγει εναντίον της Δύσης και της Ευρώπης ειδικότερα είναι πολύ ευρύτερος γεωγραφικά και στοχεύει σε πολιτική και οικονομική αποσταθεροποίηση. Σ’ αυτόν τον αόρατο γενικά πόλεμο η Μόσχα έχει μετατρέψει σε όπλο την ενέργεια σε όλες της τις μορφές για να ασκήσει τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση μέσω των αγορών και να οδηγήσει τις τιμές του αερίου, του άνθρακα και του ηλεκτρισμού στην Ευρώπη σε ανεπανάληπτα ύψη. Σε συνδυασμό με τις ελλείψεις αερίου στη Γερμανία και αλλού, αυτή η εξέλιξη υποχρέωσε την ΕΕ να εισαγάγει έκτακτα μέτρα που μάλλον θα γίνουν αυστηρότερα όσο πλησιάζει ο χειμώνας. Οπως δείχνουν τα πράγματα, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει μια χειρότερη ενεργειακή κρίση από αυτήν που είχε περάσει το 1973. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως η ευρωπαϊκή ηγεσία, κάτω από την ασφυκτική πίεση και τις προφανώς αναληθείς διαβεβαιώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης – για την προμήθεια επαρκών ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) -, είχε τελείως πέσει έξω στους υπολογισμούς της όταν αποφάσιζε να επιβάλει μια σειρά από δυσλειτουργικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας παραβλέποντας τις ενδεχόμενες σκληρές αντιδράσεις της Ρωσίας. Υπολόγισε επίσης εσφαλμένα την αντοχή της Ρωσίας στην αντιμετώπιση των κυρώσεων και στη διατήρηση της οικονομίας της ζωντανής. Αντίθετα από κάθε προσδοκία της Δύσης, το ρούβλι έχει σήμερα ισχυροποιηθεί πέρα από κάθε μελλοντική εκτίμηση των εγκυρότερων οικονομολόγων, με τη Ρωσία να κερδίζει περισσότερα δολάρια και ευρώ από πωλήσεις πετρελαίου και αερίου από την περσινή χρονιά!
Τώρα ο κύβος έχει ριφθεί στον πόλεμο αυτό χαρακωμάτων, με τη Μόσχα να φαίνεται να διαθέτει περισσότερα κρυφά χαρτιά στο μανίκι απ’ ό,τι μπορούσε οποιοσδήποτε να φανταστεί. Η κατάσταση με το αέριο και τις αγορές ηλεκτρισμού στην Ευρώπη θα χειροτερέψει αναπόφευκτα με παραπέρα αυξήσεις τιμών, ενώ το πετρέλαιο θα αυξηθεί επίσης αρκετά, μια και οι περιορισμοί στην παραγωγή αρχίζουν να γίνονται αισθητοί έπειτα από μία δεκαετία έλλειψης επενδύσεων (λόγω κυρίως μέτρων για το κλίμα, σημ. μετ.). Με τη Ρωσία να είναι η πηγή παραπάνω από το ένα τέταρτο της παγκόσμιας παραγωγής ενέργειας, φαίνεται καθαρά να βγαίνει κερδισμένη σ’ αυτό τουλάχιστον το κομμάτι του παιχνιδιού». Τα αποτελέσματα του οικονομικού πολέμου μπορεί να είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις πολλών δημοκρατιών της Δύσης. Ηδη εξάλλου βλέπουμε να σημειώνονται κάποια σχετικά αρνητικά αποτελέσματα. Είναι ανάγκη να καταλάβουν οι δυτικές δημοκρατίες πως είναι λάθος το οικονομικό πεδίο στο οποίο διάλεξαν να αναμετρηθούν με τη Ρωσία. Και μάλιστα εντελώς απροετοίμαστες. Και μπορεί να στοιχίσει ακριβά, κι όχι μόνο οικονομικά. Καλύτερα θα είναι να περιοριστούν στη διπλωματική και στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας.