Την εποχή της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης, η Αγκυρα ουδόλως επιθυμούσε την παραμονή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη. Τελικά, όμως, αν και στο κείμενο της Συνθήκης δεν υπήρξε σχετική αναφορά, το υπογεγραμμένο Πρακτικό της 10ης Ιανουαρίου 1923 έδωσε στο Πατριαρχείο τη δυνατότητα παραμονής του στην τουρκική επικράτεια. Και μάλιστα με το Ανώτατο Ακυρωτικό να στηρίζεται στο συγκεκριμένο Πρακτικό για την απόφασή του, της 26ης/6/2007, σύμφωνα με την οποία «στην τουρκική έννομη τάξη το Πατριαρχείο αποτελεί τη θρησκευτική Αρχή των Ρωμιών – Ορθοδόξων, τούρκων πολιτών». Ακριβώς όπως δηλώνει το Φανάρι επισημαίνοντας πως «ο ρόλος του είναι αμιγώς εκκλησιαστικός και πως ουδεμία σχέση έχει με λαϊκές εξουσίες». Στη Λωζάννη συμφωνήθηκε η κατάργηση κάθε κοσμικού, διοικητικού και δικαστικού προνομίου που είχε το Πατριαρχείο πριν από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Στα πρακτικά όμως της ίδιας αυτής Συνθήκης δεν καταγράφηκε οποιαδήποτε τουρκική κίνηση για τροποποίηση ή κατάργηση των πνευματικών και εκκλησιαστικών καθηκόντων και της ηγετικής θέσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Προκαθημένου του. Υπενθυμίζεται εδώ πως η θέση και τα προνόμια του τελευταίου στην Ορθοδοξία «δεν σχετίζονται με κάποια κοσμική εξουσία αλλά με μια πνευματική διακονία και ευθύνη». Θέση την οποία καθόρισε η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος και παγίωσε η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος Χαλκηδόνος.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ