Ηταν ξημερώματα Παρασκευής 25 Αυγούστου 1972. Στο Ηράκλειο Κρήτης, στην ορεινή θέση Δύο Αοράκια, στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού, το εκτελεστικό απόσπασμα είχε πάρει θέσεις προτάσσοντας δώδεκα τουφέκια. Δίπλα τους, ο επικεφαλής αξιωματικός αλλά και ο εισαγγελέας. Μπροστά τους στεκόταν ο Βασίλης Λυμπέρης, με το κεφάλι σκυμμένο. Μόλις ο ήλιος ανέτειλε και οι πρώτες αχτίνες του έλουσαν την περιοχή, στις 05.50 το πρωί, ο αξιωματικός έδωσε το σύνθημα «πυρ» και οι φαντάροι πυροβόλησαν. Μόνο τα έξι από τα δώδεκα όπλα περιείχαν αληθινά πυρά, τα υπόλοιπα είχαν μπαρούτι, ώστε να μη γνωρίζουν από ποιες σφαίρες σκοτώθηκε ο κατάδικος. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο, έμενε η χαριστική βολή από τον επικεφαλής αξιωματικό. Ο ίδιος, ωστόσο, δεν είχε το κουράγιο και ζήτησε να το κάνει ένας μόνιμος λοχίας. Εκείνος, μ’ ένα ημιαυτόματο όπλο, πλησίασε το κεφάλι του Λυμπέρη και αποστρέφοντας το βλέμμα πάτησε τη σκανδάλη. Η νεκροφόρα που περίμενε, πήρε τη σορό και τη μετέφερε για ταφή στο νεκροταφείο της Νέας Αλικαρνασσού, χωρίς να προηγηθεί βέβαια κηδεία.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ