Σε ποια φάση βρίσκονται τα ελληνοτουρκικά; Παρά την εμπρηστική ρητορική που κλιμακώνεται από την Αγκυρα, στο διπλωματικό στερέωμα ο συναγερμός έχει χαμηλώσει. Με εξαίρεση το μπαράζ παραβιάσεων και υπερπτήσεων, που η Αγκυρα συνεχίζει απτόητη, θεωρώντας ότι κρατά ζεστό ένα διαχρονικό πλάνο διεκδικήσεων, η αλήθεια είναι ότι το καλοκαίρι τα νερά δεν κόχλαζαν στο Αιγαίο. Ούτε στην Ανατολική Μεσόγειο. Ακόμη και το τέταρτο πλωτό γεωτρύπανο, το «Αμπντούλ Χαμίτ Χαν», αναμένεται να κινηθεί έως τον Οκτώβριο εντός τουρκικών χωρικών υδάτων – και οι λεονταρισμοί του περασμένου Ιουλίου ότι «κανείς δεν πρέπει να δοκιμάσει την αποφασιστικότητα της Τουρκίας», δείχνουν να έγιναν για εσωτερική κατανάλωση.
Οι αναλυτές των τουρκικών κινήσεων στο ΥΠΕΞ θεωρούν ότι το σχέδιο κλιμάκωσης που ενδεχομένως έχει στο μυαλό του ο Ερντογάν, δεν οδηγεί στην παρούσα φάση σε μετωπική σύγκρουση. Για μια σειρά από λόγους που επιβάλουν αυτοσυγκράτηση: Πρώτον, ένας πόλεμος λίγο βορειότερα έχει ήδη διαμορφώσει ένα απρόβλεπτο σκηνικό στην ευρύτερη περιοχή και το ρίσκο που θα έπαιρνε όποιος θα ήθελε να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο, δεν μπορεί να μπει σε ένα πλαίσιο ασφαλούς διαχείρισης. Δεύτερον, ένα θερμό επεισόδιο στην περιοχή μας θα μπορούσε όντως να αλλάξει άρδην τη σχέση της Τουρκίας με τον δυτικό κόσμο. Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά ακόμη και στην Ουάσιγκτον, η καχυποψία για τους σχεδιασμούς της Αγκυρας και την τακτική του Ερντογάν, ξεχειλίζει. Τρίτον, οι κινήσεις αυτονομίας της τουρκικής διπλωματίας και των μεγαλύτερων οικονομικών διασυνδέσεων της Αγκυρας με τη Μόσχα που επιδιώκει ο τούρκος πρόεδρος, μπορεί να συνεχισθούν, αλλά στην πραγματικότητα και ο ίδιος αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να βασισθεί στη Ρωσία για τη στήριξη της τουρκικής οικονομίας. Η τοξικότητα του Πούτιν θα κρατήσει τη Μόσχα στη απομόνωση για αρκετό διάστημα μετά τη λήξη της εισβολής στην Ουκρανία και η Αγκυρα μόνον σε μια ειδική σχέση θα περιοριστεί. Η οικονομική εξάρτησή της από τη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρώπη, για παράδειγμα, είναι πολύ μεγαλύτερη και, μπροστά σε μία μεγάλη ρήξη, η Δύση μπορεί να τραβήξει το καλώδιο από την πρίζα. Το προσωπικό παιχνίδι του Ερντογάν με τον Πούτιν δεν μπορεί να περάσει και σε άλλα γήπεδα.
Στη βάση, οι ίδιοι αναλυτές θεωρούν ότι οι κινήσεις του τούρκου προέδρου, ακόμη κι αν δείχνουν αλλοπρόσαλλες, δεν ξεφεύγουν από τα όρια του ορθολογισμού. Είναι μια προσέγγιση, ωστόσο, που στην παρούσα φάση δεν λύνει προβλήματα ούτε μπορεί να αποκλείσει ατυχήματα. Το καθημερινό κρεσέντο παραβιάσεων στο Αιγαίο ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα συναντηθεί κάποια στιγμή με το ανθρώπινο λάθος, ενώ προεξοφλείται ότι καθ’ οδόν προς τις κάλπες του προσεχούς Μαΐου, η τουρκική πολιτική σκηνή θα κινηθεί κατά της Ελλάδας στα όρια του ρητορικού εξτρεμισμού. Οι συνεχείς προκλήσεις και τα βαριά λόγια μπορεί στο τέλος της μέρας να δηλητηριάσουν και τις κοινωνίες.
Την περασμένη άνοιξη οι επιτελείς στο «Πεντάγωνο», αλλά και οι διπλωμάτες στο ΥΠΕΞ, προετοιμάζονταν για μια πρόκληση στα όρια του τουρκολιβυκού μνημονίου -κυρίως μέσα από έρευνες σεισμογραφικών που προηγούνται των γεωτρύπανων. Η πρόκληση δεν ήρθε – ο Ερντογάν επέλεξε της λεκτικές ακρότητες, επιδιώκοντας να ενθουσιάσει το ακροατήριό του. Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι δεν θέλει να απομακρυνθεί, πολύ περισσότερο να αποκοπεί από τη Δύση. Αυτή, άλλωστε, θα ήταν η μεγάλη του ήττα – και ίσως ο πραγματικός κίνδυνος για την Ελλάδα. Απ’ όσα είπε τις τελευταίες ημέρες, μεγαλύτερη σημασία έχει μάλλον το παράπονό του προς τους Δυτικούς: «Γνωρίζουμε πολύ καλά τον λόγο για τον οποίο η ΕΕ, την οποία περιμένουμε, μας αποκλείει όταν προσχωρεί σε χώρες που δεν μπορούν να συγκριθούν με εμάς. Γνωρίζουμε πολύ καλά πού μετέφερε τη δύναμή του το ΝΑΤΟ, που δεν μας στήριξε στο απόγειο των απειλών κατά της χώρας μας. Γνωρίζουμε τις προθέσεις όσων δίνουν όπλα σε τρομοκράτες σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα κοντά στα σύνορά μας, ενώ δεν μας τα πουλούν…». Οχι, ο Ερντογάν δεν θέλει να γυρίσει την πλάτη στη Δύση. Θέλει μόνο να την εκμεταλλευτεί.