Με τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη να σημειώνει νέο ρεκόρ στο 9,1% τον Αύγουστο, υψηλότερα των προσδοκιών και αρκετά μακριά από τον στόχο του 2%, αξιωματούχοι, αναλυτές και αγορές αναμένουν μια σειρά από μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. Κάτι που φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο βαθύτερης ύφεσης, καθώς και περισσότερο «πόνο» για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Την ίδια ώρα, καμπανάκι χτυπούν οι αποδόσεις των ιταλικών και ελληνικών ομολόγων, με το «φάντασμα» της αύξησης των spreads να αρχίζει να στοιχειώνει εκ νέου την Ευρώπη. Ο συναγερμός από την αρνητική εικόνα της αγοράς και το sell off στα ομόλογα έχει πατηθεί, υπό τη σκιά και των κερδοσκοπικών κινήσεων από την πλευρά των επενδυτών. Ειναι ενδεικτικό ότι σε συνεχή επίθεση από τις αγορές βρίσκεται το ιταλικό χρέος εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας και του ρευστού οικονομικού κλίματος που προκαλεί η ενεργειακή λαίλαπα.
Διαβάστε επίσης: Η Ευρώπη οδεύει προς ύφεση – Πόσο άσχημα θα είναι;
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ μετά από μία αύξηση επιτοκίων κατά 0,50% τον περασμένο Ιούλιο – την πρώτη από το 2011 – ετοιμάζεται να ξαναπάρει το «όπλο» της, στην προσπάθεια χαλιναγώγησης του πληθωρισμού. Οι προθεσμιακές αγορές χρήματος, σύμφωνα με τα στοιχεία της Refinitiv, τιμολογούν πλήρως μία αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης και με πιθανότητες άνω του 65% μία μεγαλύτερη αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης.
Τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ εμφανίζονται διχασμένα για το ύψος της παρέμβασης, με τις πιο ισχυρές χώρες όπως η Γερμανία, ο πληθωρισμός στην οποία βρέθηκε τον Αύγουστο σε υψηλό 50 ετών, να ζητούν δυναμικές κινήσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, η οποία κάλεσε σε δραστικές αποφάσεις, ακόμα και εάν αυτό βυθίσει τις οικονομίες στην ύφεση.
Ο πληθωρισμός
Ο υψηλότερος πληθωρισμός που τροφοδοτείται από την εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου (κατά 400% από τον περασμένο Αύγουστο), αλλά και την καταστροφική ξηρασία, επιβαρύνει περαιτέρω τη ζήτηση, ωθώντας την ευρωζώνη σε ύφεση τον χειμώνα, εκτίμησε η Oxford Economics, η οποία αναμένει πως η Κεντρική Τράπεζα θα αυξήσει τα επιτόκια την ερχόμενη εβδομάδα κατά 0,75% μονάδες βάσης. Ανάλογη εκτίμηση έχουν η Goldman Sachs, η Nordea και η Danske Bank, η Commerzbank, αλλά και η Bank of America.
Οι αγορές ποντάρουν υπέρ μιας τέτοιας κίνησης την ερχόμενη Πέμπτη (κατά 0,75%) ήδη από την περασμένη Παρασκευή, όταν και διέρρευσε πως ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ θέλουν να συζητήσουν μια αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο, ακόμη και αν διαφαίνεται κίνδυνος ύφεσης, καθώς οι προοπτικές για τον πληθωρισμό επιδεινώνονται. Σε παρόμοιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος σε μια ωμή και «γερακίσια» ομιλία στο οικονομικό συμπόσιο στο Τζάκσον Χόουλ του Ουαϊόμινγκ, προειδοποίησε ότι η Fed θα συνεχίσει την προσπάθειά της να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό ακόμα και αν αυτό σημαίνει περισσότερο «πόνο» για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, εξανεμίζοντας παράλληλα τις όποιες ελπίδες των επενδυτών για ηπιότερες αυξήσεις επιτοκίων.
Στενεύουν οι επιλογές
Ανεξάρτητα από την απόφαση που θα λάβει την προσεχή Πέμπτη, το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσει η ΕΚΤ στη συνέχεια, ειδικά εάν καταστεί εμφανές πως η οικονομία συρρικνώνεται και ο πληθωρισμός παραμένει σε μεγάλο βαθμό επηρεασμένος από παράγοντες από την πλευρά της προσφοράς. Ακόμα και εάν δεν επιβληθεί δελτίο στο φυσικό αέριο, οι πολύ υψηλές τιμές της ενέργειας, η αδύναμη επιχειρηματική και καταναλωτική εμπιστοσύνη και η σύσφιγξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών, αρκούν για να σπρώξουν την ευρωζώνη σε ύφεση, σημείωσε και η ABN Amro.
Η αύξηση του πληθωρισμού σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανάπτυξη, που συχνά αναφέρεται ως στασιμοπληθωρισμός, αφήνει τη Λαγκάρντ και τους υπόλοιπους τραπεζίτες μόνο με επώδυνες επιλογές…