Ο άνθρωπός μας βλέπει στη Wikipedia μία φωτογραφία του μικρού Μιχαήλ με τους παππούδες του. Η φωτογραφία τραβήχτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’30, τότε που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το σημάδι στην κεφαλή του παιδιού ήταν το χρίσμα. Και κάνει αυτές τις παράλογες σκέψεις με τις συμπαντικές χορδές που τεντώθηκαν μέσα στο χάος και έδωσαν στο παιδί την πένα για να γράψει τη μοίρα του κόσμου. Τώρα αναρωτιέται τι θα συνέβαινε αν οι δύο ηλικιωμένες φιγούρες που βλέπει στη φωτογραφία δεν είχαν συναντηθεί ποτέ. Πώς θα ήταν ο κόσμος; Μπορεί και να είχε καταστραφεί από το πάτημα ενός κουμπιού. Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Θυμάται τότε που είχε κόψει από την εφημερίδα τη φωτογραφία με την υποστολή της σοβιετικής σημαίας από το Κρεμλίνο. Εκείνη την εποχή δεν μπορούσες να κρατήσεις βίντεο, δεν υπήρχαν, ακόμα, οι ψηφιακές εικόνες που αποθηκεύεις σε μία άκρη του υπολογιστή. Η φωτογραφία ήταν πρωτοσέλιδη σε όλες τις εφημερίδες και ο άνθρωπός μας δεν μπορούσε να αποφασίσει αν αυτό που έβλεπε ήταν η επικράτηση του αδιανόητου ή της λογικής. Δεν έχει συγκρατήσει, βέβαια, τα γεγονότα με χρονολογική σειρά, έχουν περάσει τριάντα χρόνια και μία αιωνιότητα, όλα αυτά έγιναν σε ένα άλλο, πολύ παλιό πια, σύμπαν. Οι εικόνες, όμως, έρχονται μπροστά του αμοντάριστες όταν κλείνει τα μάτια. Ο Ρέιγκαν που καλεί τον Γκορμπατσόφ να τελειώσει τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’. Το φιλί του Γκορμπατσόφ με τον Χόνεκερ που αποτυπώθηκε για πάντα στο τείχος του Βερολίνου λες και είναι γραμματόσημο από την επιστολή ενός παλιού κόσμου προς τον νέο. Οι Ανατολικογερμανοί που μπαίνουν στα τρένα της χαράς με προορισμό τη φωτεινή πλευρά. Το μουστάκι του Βαλέσα – αυτός ζει ακόμα, σωστά; Το πραξικόπημα στη Μόσχα με τον Γέλτσιν, ως καρικατούρα από το ίδιο καλούπι που βγήκε και ο Μπόρις Τζόνσον. Ο Γκορμπατσόφ να παίρνει το Νομπέλ. Και ύστερα με καουμπόικο καπέλο στο ράντσο του Ρέιγκαν. Είχε σοκαριστεί, ο άνθρωπός μας, όταν τον είδε να διαφημίζει πίτσα και πολυτελείς τσάντες. Δεν καταλάβαινε τότε ότι το έκανε από ανάγκη, για να χρηματοδοτήσει το ίδρυμά του. Ο Γκορμπατσόφ δεν έβαλε το δάχτυλο στο μέλι που έρεε άφθονο από τα ερείπια της Σοβιετίας. Και, προφανώς, δεν χαρτζιλικώθηκε αδρά από τη Δύση για να αφαιρέσει τα κρίσιμα τούβλα από το ετοιμόρροπο τείχος. Δεν ιδιωτικοποίησε ούτε το διαμέρισμα στο οποίο ζούσε. Ναι, βέβαια, οι διαφημίσεις θεωρήθηκαν προσβολή στην παρακαταθήκη που διαχειρίστηκε ο Γκορμπατσόφ. Ενας ευτελής συμβολισμός για τη νίκη του καπιταλισμού πάνω στα ιδανικά της επανάστασης. Ομως συνάμα ήταν και η αλήθεια του πραγματικού κόσμου απέναντι στο ψεύδος, στην καταπίεση, στην ιστορική στρέβλωση της ανελευθερίας.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ