Οταν τραγούδησε για πρώτη φορά μπροστά σε κόσμο αποκάλυψε τους λόγους που ήταν «φευγάτη και ονειροπαρμένη». Είχε τον δικό της κόσμο για να αναπνέει και να οραματίζεται τους δρόμους που θέλει να περπατήσει.
Τι πρόσθεσε σ’ εσάς η εμπειρία της τηλεόρασης;
Μέσα από το «Μουσικό κουτί» ήρθα σε επαφή με πάρα πολλούς καλλιτέχνες και έχω μάθει την ιστορία της ελληνικής μουσικής. Αισθάνομαι ότι έχω εντρυφήσει στο ελληνικό τραγούδι, με έναν τρόπο που δεν θα το έκανα ακούγοντας τη δισκογραφία. Επεσα στα μαλακά. Είμαι στην ΕΡΤ και σε μια παραγωγή όπου το επίπεδο είναι υψηλό και αισθάνομαι ότι είμαι σε ένα προστατευμένο περιβάλλον.
Αποκαλύφθηκε ένας διαφορετικός κόσμος.
Ακριβώς. Γνώρισα το έργο πολλών δημιουργών που μπορεί να μην ήμουν φαν, να μην τους άκουγα, ή ακόμη και να τους εκτιμούσα, με αποτέλεσμα να αλλάξει τελείως η άποψή μου.
Αυτή η διαδικασία σε ποιο συμπέρασμα σας οδήγησε;
Οτι έχουμε μια πάρα πολύ πλούσια μουσική. Εχω γνωρίσει καλλιτέχνες παλαιότερης γενιάς, αλλά και πολλούς νέους. Είναι διαφορετικές εποχές. Ο θάνατος της δισκογραφίας, οι απανωτές κρίσεις, κυρίως η πνευματική μέσα από την αλόγιστη πρόσβαση στην πληροφορία… Οι ακροατές και κατ’ επέκταση οι πορείες των καλλιτεχνών δεν συγκρίνονται ούτε στο ελάχιστο με τις ιστορίες που ακούω από μεγαλύτερους που έχουν έρθει στο πλατό.
Μια ιστορία που σας έχει εντυπωσιάσει;
Κάτι απλό: με τα νούμερα των πωλήσεων δίσκων που ακούω πιάνω το κεφάλι μου.
Πέρα από τα νούμερα, δεν υπάρχουν άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά που να διαφοροποιούν τις εποχές;
Πιστεύω αυτά βρίσκονται στα ερεθίσματα. Αισθάνομαι ότι ακόμη υπάρχει έμπνευση, παραγωγικότητα και βγαίνουν καινούργια πράγματα, τα οποία είναι αξιόλογα. Ομως το γεγονός ότι η πραγματικότητά μας – για όλους – είναι εγκλωβισμένη στην τεχνολογία και την υπερπληροφόρηση δεν δίνει τον ελεύθερο χρόνο και ερεθίσματα για καλλιτεχνική έκφραση όπως υπήρχε παλιά. Στερούμαστε ρομαντισμού. Δεν είμαι σίγουρη αν ευθύνονται τα social media, ο πόλεμος ή ο Covid. Η δική μου γενιά έχει μεγαλώσει στο μεταίχμιο, που θυμάται και έζησε την προηγούμενη συνθήκη και προσπαθεί να ενταχθεί στην καινούργια.
Οπότε το στοίχημα ποιο είναι;
Κατ’ αρχάς η νέα γενιά που δεν έχει ζήσει την άνθηση της δισκογραφίας και προσαρμόστηκε ήδη. Η παλαιότερη έχει, έτσι κι αλλιώς, ένα ρεύμα στο οποίο έχει μάθει να ζει και είμαστε εμείς στη μέση και εξασκούμαστε στο να προσαρμοζόμαστε συνεχώς σε αυτές τις νέες συνθήκες. Βλέπω ότι συνάδελφοι της ηλικίας μου έχουν σύνδεση με το παρελθόν. Ακόμη θα βγάλουν ολόκληρα άλμπουμ, θα τα κυκλοφορήσουν σε CD. Κάτι που δεν νομίζω να απασχολεί τους νεότερους.
Πώς επιβιώνει μια τραγουδίστρια σε αυτόν τον δύσκολο και ανταγωνιστικό χώρο, με όλα όσα τον βαραίνουν τον τελευταίο καιρό (bullying, #ΜeΤoo);
Η εποχή είναι τέτοια που οι επαγγελματικοί χώροι δεν διαχωρίζονται. Σε όλα τα πεδία παλεύεις να επιβιώσεις. Υπάρχει μια γενικότερη κρίση που δυσκολεύει κάθε επάγγελμα και κάθε νέο. Γι’ αυτό και είναι επίτευγμα να μπορέσεις να συντηρήσεις ένα σπίτι μόνος σου. Προσωπικά στον καλλιτεχνικό χώρο δεν έχω συναντήσει δυσκολίες τύπου #ΜeΤοo.
Ανταγωνισμό έχετε αντιμετωπίσει περισσότερο από γυναίκες ή άντρες;
Για πολλά χρόνια ήμουν μέλος μιας μπάντας και αυτό με προστάτευε. Οποιον ανταγωνισμό αισθανθώ επιχειρώ να τον αποκρούσω. Επιδιώκω να μη χάνω το κέντρο μου, να μην προσπαθώ να μιμηθώ καμία πεπατημένη. Να μη νιώθω ότι έχω εχθρούς, ότι με ζώνουν φίδια. Είναι μέσα στο παιχνίδι όλα αυτά.
Αν αντιληφθώ ότι κάποιος με ανταγωνίζεται, του δίνω ακόμη περισσότερο χώρο για να μην μπω στη διαδικασία του πολέμου. Η μουσική δεν είναι για τέτοια πράγματα.
Για τι είναι;
Για παράδειγμα σε μια συναυλία το ποιος θα πει ποια τραγούδια δεν είναι θέμα συζήτησης. Εμαθα να λέω σε πάρα πολλά πράγματα «όχι» και να προβλέπω πού ανήκω και πού όχι. Βρέθηκα αρκετές φορές στο σημείο, μέσα από την ψυχική εξάντληση και τη συνεχή δουλειά, να ψάχνω εναλλακτικές. Τι άλλο δηλαδή θα μπορούσα να κάνω. Τελικά κατέληξα ότι δεν θα ήθελα να κάνω τίποτε άλλο. Η σκηνή για μένα δεν είναι ο χώρος για να λάμψω, αλλά για να ερωτευτώ και να επικοινωνήσω. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είχα πολλές παρέες όταν ήμουν παιδί και ότι δεν ήμουν πολύ κοινωνική. Οταν ανεβαίνω να τραγουδήσω αισθάνομαι ότι είμαι η οικοδέσποινα και έχω αυτό το πάρτι.
Αυτή η συστολή που είπατε ίσως είναι η δύναμη σας για να βγαίνετε στη σκηνή;
Ναι, ίσως να είναι αυτή η ορμή που είχα από μικρή – που δεν με φόβιζε η έκθεση. Παρότι δεν ήμουν κοινωνική, είχα αυτή την αντιδιαστολή. Δεν φοβάμαι να κάνω λάθος στη σκηνή, αν θα κάνω φάλτσο δηλαδή ή αν τα μαλλιά μου δεν είναι τέλεια.
Ποια είναι η ρίζα αυτής της αντιδιαστολής; Εχετε κάποια άσχημη εικόνα από τα παιδικά σας χρόνια;
Εχω από το σχολείο. Ηταν δύσκολα, γιατί εκεί αντιμετώπιζα τον ανταγωνισμό που σήμερα το λένε bullying. Δεν έχω εντοπίσει ακριβώς τον λόγο και τελικά μπορεί απλώς να ήμουν κωλόπαιδο.
Γιατί το λέτε αυτό;
Ερχόμουν πολλές φορές σε ρήξη. Ηθελα πάρα πολύ να ακολουθώ την πορεία της αδελφής μου. Είναι τέσσερα χρόνια μεγαλύτερη και ήταν πολύ άξια, επιμελής και αγαπητή. Αισθανόμουν ότι πρέπει να σταθώ στο ύψος της. Οταν δεν ήμουν έτσι όπως ήθελα εγώ, ίσως με πείραζε και το έβγαλα στους άλλους. Πέμπτη δημοτικού – κέρδισα και χρονιά άρα ήμουν δέκα ετών – γίνονταν μαθητικοί αγώνες στο ελικοδρόμιο του Βόλου και άκουσα: «Φυσικά θα πάνε παιδιά που είναι γρήγορα και όχι η Ρένα που τρέχει σαν χελώνα». Αυτό «έγραψε» μέσα μου ως bullying. Ενιωσα επίθεση.
Πώς αντιδράσατε;
Οι αρχές και η αγάπη που είχα από το σπίτι μου και τους φίλους μου ήταν η ασπίδα μου. Υπήρχαν κάτι τέτοια περιστατικά μέσα από τα οποία αντιμετώπιζα επιθέσεις. Την πρώτη φορά που τραγούδησα σε κόσμο και είπαν ότι «α, αυτή έχει φωνή» ήταν στην τρίτη λυκείου. Εκεί ίσως ό,τι φευγάτο και ονειροπαρμένο έβλεπαν σ’ εμένα άρχιζαν να το καταλαβαίνουν και να αντιλαμβάνονται ότι έχει κάποιο νόημα.
Σας ενοχλούσε που σας αντιμετώπιζαν ως ονειροπαρμένη;
Για κάποιον μυστήριο λόγο όχι. Και σήμερα το αποδίδω στο ότι η οικογένειά μου αξιοποιούσε δημιουργικά τη δική μου τάση, έτσι ώστε να μη φοβάμαι και να μην προσπαθήσω να ενταχθώ σε ένα πιο συντηρητικό, τετράγωνο πλαίσιο, όπως π.χ. το σχολείο.
Ποια ήταν τα ερεθίσματά σας, τα πρότυπά σας όταν μεγαλώνατε στον Βόλο;
Η γιαγιά μου η Σούλη Ανατολή, η οποία τραγουδούσε και ζωγράφιζε. Επίσης μου άρεσαν θηλυκές και αέρινες φωνές: από την Ελένη Τσαλιγοπούλου μέχρι τη Φλέρυ Νταντωνάκη που ήταν το νούμερο ένα για μένα. Αργότερα όταν σπούδαζα στο Ιστορικό, ασχολήθηκα και με την τζαζ.
Ποια ήταν η πιο αμήχανη στιγμή που ζήσατε on stage;
Το πρώτο live με τους Imam Baildi όπου από τον ενθουσιασμό μου έκανα σβούρες και έπεσα πάνω στο μόνιτορ. Αλλά όπως είπα δεν φοβάμαι το λάθος. Νιώθω καλά μπροστά στο μικρόφωνο, δεν έχω σχεδόν ποτέ τρακ.
Το πιο πολύτιμο συναίσθημα που παίρνετε πιο είναι;
Η τρομερή ελευθερία και όταν αντιλαμβάνομαι όμορφες αντιδράσεις από το κοινό. Οταν βλέπω για παράδειγμα να φιλιούνται νιώθω ότι εκπληρώνω κάτι πολύ σημαντικό για μένα γιατί έχω βρεθεί κι εγώ σε μια αντίστοιχη.
Εχετε κυκλοφορήσει καινούργιο τραγούδι (στίχοι – μουσική Φοίβος Δεληβοριάς) με τίτλο «Δεν με ξέρεις». Ιδανικά πώς θα θέλατε να εξελιχθεί η πορεία σας;
Να αντεπεξέρχομαι σε όλο και πιο απαιτητικά πράγματα. Και μέχρι τώρα έτσι έχει πάει η πορεία μου. Εχω κάνει διαφορετικά πράγματα: υπήρξα υποστηρικτική τραγουδίστρια, έκανα φωνητικά στον Φοίβο, ήμουν σε μπάντα, έκανα λάιβ μόνη μου, έκανα μεταγλωττίσεις, μια ταινία και τώρα την εκπομπή.
Ολα αυτά συνδέονται με το τραγούδι, αλλά δεν δημιουργούν μια καθαρή εικόνα για το πώς θα θέλατε να είστε στο άμεσο μέλλον σας. Ποια είναι η ιστορία που θέλετε να πείτε;
Ευτυχώς από τους δύο προσωπικούς μου δίσκους το στόρι μου είναι πολύ ξεκάθαρο και το στίγμα μου είναι πολύ συγκεκριμένο.
Αλλάζετε όμως στο πέρασμα του χρόνου.
Μεγάλωσα και ο πρώτος από τον δεύτερο δίσκο είχε μεγάλη διαφορά, αλλά υπάρχει η «μυρωδιά» μου. Η ιστορία που θέλω να πω έχει πολύ έντονα τη γυναικεία ύπαρξη. Ολα αυτά που με ρώτησες: Πώς είναι μια γυναίκα, μητέρα, τραγουδίστρια, επαγγελματίας και σε άλλους χώρους, να επιβιώνει κάθε μέρα. Θέλω να το αφηγούμαι μέσα από τη μουσική μου υπόσταση σε συνδυασμό με τους ανθρώπους και την ομάδα που συνεργαζόμαστε.
Τι θα αλλάζετε αυτή τη στιγμή στη ζωή σας;
Απολύτως τίποτα. Αισθάνομαι τρομερά ευλογημένη που μου μπορώ ακόμη και τις δυσκολίες και κακουχίες να τις βλέπω ψυχοθεραπευτικά, να τις παίρνω σαν παράσημα. Αλλά ναι, θα άλλαζα κάτι: τον μεταβολισμό μου.