Στη Θεσσαλονίκη ο Πρωθυπουργός επιβεβαίωσε αυτό που για την Ελλάδα θα πρέπει να είναι αυτονόητο. Δήλωσε έτοιμος να συναντηθεί με τον Ερντογάν για να προσθέσει ότι «θα προσπαθήσουμε να έχουμε πάντα επικοινωνία με τη γείτονα χώρα». Λίγες ημέρες αργότερα ο υπουργός των Εξωτερικών Νίκος Δένδιας έκανε και αυτός δηλώσεις, όμως σε αισθητά διαφορετικό πνεύμα. Οι επιλογές της Τουρκίας, σημείωσε, «δεν αφήνουν κανένα πεδίο συνεννόησης». Αν οι δηλώσεις στέλνουν και μηνύματα προς την απέναντι πλευρά είναι φανερό ότι αντιφάσκουν μεταξύ τους. Ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η ελληνική κυβέρνηση κατηγορείται διαρκώς από την Τουρκία ότι δεν στέλνει την ελληνική αντιπροσωπεία στην Αγκυρα για τη συζήτηση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Αυτή και αν είναι αντίφαση. Πώς είναι δυνατόν να λέμε ότι πρέπει να έχουμε «πάντα επικοινωνία» με τη γείτονα και να μην κάνουμε το ελάχιστο, τη συζήτηση δηλαδή για μέτρα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν ένα θερμό επεισόδιο. Πώς είναι δυνατόν να δηλώνουμε έτοιμοι να συναντηθούμε στο ανώτατο επίπεδο αλλά να αρνούμαστε συναντήσεις σε επίπεδο υπηρεσιακών παραγόντων; Και για να μπούμε στην ουσία, πώς είναι δυνατόν να ξοδεύουμε πολιτικό κεφάλαιο για να ζητάμε συνεχώς από τους συμμάχους να συγκρατήσουν τον Ερντογάν και να υπονομεύουμε μια διαδικασία που θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα ελάχιστο συνεννόησης;
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ