Νευρικότητα επικρατεί στις διεθνείς αγορές και ειδικότερα στην ευρωπαϊκή οικονομία μετά την επικράτηση της Τζόρτζια Μελόνι στις ιταλικές εκλογές. Η ανησυχία και οι φόβοι για τη διακυβέρνησή της αποτυπώθηκε ήδη στις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων, τα οποία αυξήθηκαν σε επίπεδα άνω του 4%. Το δύσκολο κομμάτι ξεκινά στις αρχές Οκτωβρίου όταν και θα φανεί η οικονομική πολιτική της νέας κυβέρνησης για το δημοσιονομικό και μεταρρυθμιστικό μέλλον της Ιταλίας. Οι αγορές βρίσκονται σε ετοιμότητα να επιτεθούν στην περίπτωση που το δημοσιονομικό νοικοκύρεμα εκτροχιαστεί και ειδικά στις χώρες του Νότου, εξού και η ελληνική κυβέρνηση έχει το βλέμμα στην επενδυτική βαθμίδα και φυσικά στις προσεκτικές κινήσεις στην οικονομική πολιτική.
Το αποτέλεσμα στην Ιταλία είχε προεξοφληθεί από τους επενδυτές και πλέον επικεντρώνονται στη στάση της χώρας απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Οποιαδήποτε καθυστέρηση στην ψήφιση μεταρρυθμίσεων στο Σχέδιο Ανάκαμψης θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την πρόσβαση στα κεφάλαια και ίσως την επιλεξιμότητα για το νέο πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ. Ολα τα παραπάνω έρχονται σε συνδυασμό με την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων της ΕΕ και την αποφυγή συγκρούσεων.
Εν ολίγοις αυτό που θα φέρει ντόμινο ανησυχιών, ιδιαιτέρως στις χώρες του Νότου, είναι τα δημόσια οικονομικά της Ιταλίας. Στο σενάριο όπου το οικονομικό πρόγραμμα βρεθεί στον αέρα μπορεί να φουντώσει ανά πάσα στιγμή τους φόβους για το μέγεθος του δημόσιου χρέους της χώρας και για φέρει ταραχή στο ευρώ.
Η Ιταλία έχει σωρεύσει χρέος 2,7 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 150% του ΑΕΠ. Είναι ο δεύτερος υψηλότερος λόγος χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνη έπειτα από αυτόν της Ελλάδας. Και μολονότι η Ιταλία κατέγραψε αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,6% το 2021, ποσοστό χωρίς προηγούμενο από το 1976, εκφράζονται οι αμφιβολίες για το κατά πόσον θα μπορεί να εξυπηρετήσει τις δανειακές της ανάγκες και θα μπορέσει να υποστηρίξει η νέα κυβέρνηση το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για να λάβει χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι επιθέσεις που μπορεί να δεχτεί η αγορά ομολόγων, σε ένα σενάριο πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας στην Ιταλία, θα ενταθούν ειδικά για τους συνήθεις υπόπτους, δηλαδή για τις χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα. Οι οικονομικές επιπτώσεις των φόβων αστάθειας στην Ιταλία – σε συνδυασμό με τον δύσκολο χειμώνα λόγω ενεργειακής κρίσης – προς το παρόν δεν φτάνουν στην ελληνική οικονομία. Οι επενδυτές δεν βλέπουν κάποιο ρίσκο ως προς τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, και την ίδια ώρα το δανειακό πρόγραμμα εφέτος έχει σχεδόν ολοκληρωθεί.
Οι αποδόσεις
Τα ταμειακά διαθέσιμα επίσης φτάνουν τα 39 δισ. ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι η χώρα είναι προστατευμένη ακόμα και αν οι συνθήκες στις αγορές είναι αποτρεπτικές για δανεισμό και καλύπτει το κόστος εξυπηρέτησης. Οι συνθήκες στις αγορές έχουν αλλάξει, παρά ταύτα, τον σχεδιασμό της χώρας για νέα έξοδο στις αγορές έως το τέλος του έτους και την έκδοση πράσινου ομολόγου – όπου οι παράγοντες αύξησης των αποδόσεων δεν είναι μόνο η Ιταλία, αλλά και είναι η άνοδος των επιτοκίων και η ενεργειακή κρίση. Το ελληνικό Δημόσιο έχει αντλήσει εφέτος το περίπου 70% του δανειακού σχεδιασμού που ήταν 10 δισ. ευρώ. Δηλαδή 5,5 δισ. ευρώ από εκδόσεις ομολόγων, 1,5 δισ. ευρώ από το reopening του 7ετούς, 1 δισ. ευρώ από το νέο 5ετές.