Μία θέση στην πρώτη γραμμή των ενεργειακών σχεδίων της Ευρωπαϊκής Ενωσης καταλαμβάνει η ναυτιλία, ενόψει ενός πολύ δύσκολου – όπως προδιαγράφεται – χειμώνα. Καθώς τα κράτη-μέλη της ΕΕ προσπαθούν να απεξαρτηθούν από τη Ρωσία και να διασφαλίσουν επάρκεια φυσικού αερίου και πετρελαίου από διαφορετικές πηγές – ειδικά μετά την επιβολή εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο – τα ποντοπόρα πλοία και ειδικά τα δεξαμενόπλοια αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο «πλήρωσης» των δεξαμενών της Γηραιάς Ηπείρου.

Υπενθυμίζεται ότι μέσα στους επόμενους μήνες τίθεται σε ισχύ το εμπάργκο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο ρωσικό πετρέλαιο, κάτι που αναμένεται να έχει αντίκτυπο στην παραγωγή της Μόσχας, αλλά και στην τροφοδοσία της ίδιας της ΕΕ. Σύμφωνα με την απόφαση της Κομισιόν, οι περισσότερες αγορές αργού πετρελαίου από τη Ρωσία πρόκειται να σταματήσουν από τις 5 Δεκεμβρίου, ενώ από τις 5 Φεβρουαρίου 2023 τίθεται σε ισχύ η απαγόρευση της ΕΕ για τις αποστολές ρωσικών προϊόντων πετρελαίου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), περίπου 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως ρωσικών προϊόντων και 1,3 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα θα πρέπει να βρουν νέο προορισμό λόγω των προγραμματισμένων περιορισμών της ΕΕ.

Οπως τονίζουν αναλυτές, ο ρόλος της ναυτιλίας στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης καθίσταται αναντικατάστατος, δεδομένων των εξελίξεων των τελευταίων μηνών, με το «μπλόκο» στη μεταφορά ρωσικού αερίου και της εκτόξευσης των τιμών στους λογαριασμούς φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος. Ηδη καταγράφεται αύξηση της κατανάλωσης πετρελαϊκών προϊόντων από εκατοντάδες εκατομμύρια καταναλωτές της ΕΕ, στο πλαίσιο μείωσης των ροών φυσικού αερίου μέσω αγωγών.

Στο σημείο αυτό, τη «μεγαλύτερη πλάτη» φαίνεται πως βάζουν τα δεξαμενόπλοια, με τον οίκο Poten να υπογραμμίζει τη θετική επίπτωση του κλάδου και ειδικά των πολύ μεγαλύτερων δεξαμενοπλοίων (300.000 τόνων ή 2 εκατ. βαρελιών) των Very Large Crude Carriers (VLCC) στην ευρωπαϊκή αγορά, εξαιτίας της στροφής σε άλλες πιο μακρινές πηγές. Στις εποχές προ ρωσικής εισβολής, η Νότια Ευρώπη ήταν βασικός πελάτης του ρωσικού αργού πετρελαίου από τη Μαύρη Θάλασσα και οι βορειοδυτικές χώρες ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού αργού από τη Βαλτική. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι το περασμένο διάστημα οι μεγάλοι μεταφορείς αργού πετρελαίου είχαν καταγράψει τη μεγαλύτερη περίοδο αρνητικών κερδών, λόγω της μειωμένης ζήτησης και ως εκ τούτου ανάγκης για μεταφορά.

 

Το ρωσικό αργό. Η αντικατάσταση του ρωσικού αργού πετρελαίου θα πρέπει να προέλθει από πηγές μακρινών αποστάσεων και συγκεκριμένα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τη Δυτική Αφρική και τη Μέση Ανατολή, με τα τονομίλια να μεταβάλλονται σε πολύ σημαντικό βαθμό και την αγορά των τάνκερ να βρίσκεται ενώπιον μιας εκτόξευσης. Οι αναλυτές του ναυλομεσιτικού οίκου Xclusiv Shipbrokers επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι «στους μήνες μετά την εισβολή, η Ευρώπη επέλεξε και άλλες πηγές εφοδιασμού αργού πετρελαίου από πιο μακρινές περιοχές. Καθώς οι ΗΠΑ δεν μπορούν να εξάγουν περισσότερο πετρέλαιο, η Ευρωπαϊκή Ενωση αναγκάζεται να επικεντρωθεί στις εναλλακτικές πηγές, δημιουργώντας αύξηση της ζήτησης μιλίων και νέους εμπορικούς δρόμους, προς όφελος της ζήτησης δεξαμενοπλοίων».

Πλέον η πολύπαθη αγορά των δεξαμενοπλοίων και δη των VLCC’s καταγράφει σταθερή άνοδο, απόρροια των συθέμελων αλλαγών στο θαλάσσιο εμπόριο και στην ενεργειακή στρατηγική που επέφερε ο πόλεμος στην Ουκρανία.