Το παρόν γεωπολιτικό σκηνικό μπορεί να πυροδοτήσει μια νέα οικονομική κρίση, επηρεάζοντας συνεπακόλουθα το διεθνές τραπεζικό σύστημα. Ο πληθωρισμός και το αυξημένο κόστος της ενέργειας ενεργοποιούν τις τράπεζες μπροστά στο ενδεχόμενο δημιουργίας νέων «μη εξυπηρετούμενων δανείων» (NPLs).
Aν και στη χώρα μας, τα πρώιμα μηνύματα είναι σχετικώς ενθαρρυντικά, πράγμα που οφείλεται τόσο στις προσωρινές κρατικές επιδοτήσεις για την αντιμετώπιση του κόστους ενέργειας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις όσο στην εμπειρία και την τεχνογνωσία που έχουν αποκτήσει οι τράπεζες στη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την αύξηση της έκθεσης των ελληνικών τραπεζών σε NPLs.
Ο σχετικός δείκτης των NPLs σε σχέση με το 2017 (οπότε και ανερχόταν στο 47%) σήμερα έχει φτάσει σε μονοψήφια ποσοστά μέσω του προγράμματος «Ηρακλής», το οποίο αντιμετώπισε το πρόβλημα του μεγάλου όγκου των δανείων αυτών μέσω της τιτλοποίησης των σχετικών χαρτοφυλακίων.
Οι τιτλοποιήσεις όμως από μόνες τους, παρά το μακροοικονομικό τους θετικό πρόσημο, λίγο επηρεάζουν τους οφειλέτες που απλά βλέπουν το πρόσωπο του δανειστή να αλλάζει σε μια ήδη δύσκολη περίοδο για τις αποπληρωμές, και ενώ μάλιστα μια δευτερεύουσα αγορά τιτλοποιήσεων δημιουργείται.
Η πραγματική εξισορρόπηση του ρίσκου επέρχεται με εμπέδωση από τις τράπεζες του ευρύτερου θεσμικού τους ρόλου σε μια οικονομία, όπως η ελληνική. Η ανάθεση διαχείρισης του δανειακού τμήματος του Ταμείου Ανάκαμψης ήταν μια καλή άσκηση, η οποία επέτρεψε στις τράπεζες να εφαρμόσουν νέα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια στον δανεισμό, σε συνέχεια του οιονεί θεσμικού τους ρολού.
Το επόμενο στοίχημα θα είναι η ορθή και δίκαιη διαχείριση των νέων NPLs, τα οποία συχνά οι τράπεζες μεταβιβάζουν από τα πρώτα στάδια της εκπνοής των σχετικών προθεσμιών στους διαχειριστές τους, ώστε οι τελευταίοι να επιτύχουν την αποπληρωμή αμέσως μετά την τυπική τους μετατροπή σε κόκκινων.
Πέραν της ανάγκης εφαρμογής νέων πολιτικών από τις ίδιες τις τράπεζες, απαιτείται και νομοθετική ρύθμιση, η οποία θα προστατεύσει τους ευάλωτους οφειλέτες – καταναλωτές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις – προσωρινά και έως ότου αντιμετωπιστεί η κρίση. Αντίστοιχες πολιτικές εξάλλου εξετάζονται σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Ιταλία.
Η παρούσα συγκυρία δεν μπορεί παρά να επηρεάσει και το τραπεζικό σύστημα. Η καλύτερη κατάσταση των ελληνικών τραπεζών σήμερα σε συνδυασμό με τις απαραίτητες ρυθμίσεις για την προστασία των μη προνομιούχων και τη στήριξη που τυχόν θα παράσχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το επόμενο διάστημα μπορούν να προφυλάξουν τις ελληνικές τράπεζες και να τις κάνουν συμμέτοχο στην ευρύτερη εθνική προσπάθεια αντιμετώπισης της νέας πραγματικότητας.
Ο Ορέστης Ομράν είναι δικηγόρος, οικονομικός αναλυτής