Το κάλεσμα για αντιναζιστική συγκέντρωση συλλογικοτήτων έξω από το Εφετείο είχε απευθυνθεί μέρες πριν. «Ενάντια στον φασισμό – Στο πλευρό της Μάγδας Φύσσα» έγραφαν συνδικάτα και συλλογικότητες, διακινώντας το διαδικτυακά. Πολύ περισσότερες εβδομάδες πριν από το χθεσινό άνοιγμα της αυλαίας της αποδεικτικής διαδικασίας στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής άρχισε να διακινείται σε κλειστές ενδοκυβερνητικές συζητήσεις ο προβληματισμός για το αν υπάρχει και ποιος είναι ο ενδεδειγμένος θεσμικός τρόπος να αποκλειστεί πολιτικά ο κίνδυνος οποιασδήποτε «επιστροφής» των πρωτόδικα καταδικασμένων για εγκληματική οργάνωση χρυσαυγιτών – του κόμματος του Ηλία Κασιδιάρη («Ελληνες για την Πατρίδα») συγκεκριμένα.
Αξιόπιστες πληροφορίες αναφέρουν ότι ενόψει των εκλογών του 2023 ο γρίφος παραμένει στο τραπέζι των επιτελών σε Μαξίμου και στο αρμόδιο υπουργείο Εσωτερικών, αποτελώντας μια λεπτή άσκηση ισορροπίας, όπως σχολιάζουν αρμόδιες πηγές, σε νομικό και πολιτικό επίπεδο. Σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ» από όσα συζητούνται, στην περίπτωση αυτή η ανησυχία δεν αφορά καν το εάν η κυβέρνηση θα έβρισκε την απαιτούμενη συναίνεση στο πολιτικό σύστημα. Αντίθετα, φαίνεται να θεωρούν βέβαιο ότι δεν καταγραφόταν απόσταση απόψεων εφόσον έμπαινε επίσημα στο τραπέζι ένα καλά θωρακισμένο σχέδιο. Οι αγωνίες εστιάζουν περισσότερο στο ίδιο το περιεχόμενο της πρότασης, ώστε αφενός να κινείται εντός των συνταγματικών ορίων, αφετέρου να μην απειλήσει τελικά με… αντίθετα αποτελέσματα. Οι χειρισμοί δηλαδή να είναι τέτοιοι – όπως λέγεται κατά τις πληροφορίες – ώστε να μην προκύψει πάτημα για οποιασδήποτε μορφής υπερπροβολής έως «ηρωοποίησης» των καταδικασμένων για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. Τα δεδομένα είναι ότι προσωπικά ο Κασιδιάρης επιμένει στη δημόσια δραστηριότητα αλλά και ότι η Ακροδεξιά κινείται δημοσκοπικά πέριξ του 2% στην αφετηρία της προεκλογικής περιόδου – μήνες πριν από την πρώτη αναμέτρηση με το σύστημα της απλής αναλογικής.
«Περιθώρια υπάρχουν», έγραφε στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» της προηγούμενης εβδομάδας ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, «αρκεί να πεισθούν, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ότι η σχετική πρωτοβουλία δεν θα αποτελέσει προηγούμενο για απαγόρευση στο μέλλον άλλων κομμάτων, για ιδεολογικούς αυτή τη φορά λόγους». Και εξηγούσε ότι «στο Α’ Τμήμα του Αρείου Πάγου», το αρμόδιο για την ανακήρυξη των κομμάτων, «θα μπορούσε να δοθεί η δυνατότητα να αποκλείει από τις εκλογές κόμματα που περιλαμβάνουν ως υποψηφίους πρόσωπα καταδικασμένα, έστω και πρωτοδίκως, για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης». Το θέμα είχε αναδείξει από το 2014 ο καθηγητής Γιώργος Σωτηρέλης, μιλώντας για τα περιθώρια να τεθεί κώλυμα εκλογιμότητας για συγκεκριμένα κακουργήματα.
Διπλή ανάγνωση. Ταυτόχρονα στο κυβερνητικό επιτελείο φαίνεται ότι κάνουν διπλή ανάγνωση. Από τη μία προκαλεί μεγάλες ανησυχίες το δημοσκοπικό ποσοστό (σε απόσταση περίπου μίας ποσοστιαίας μονάδας από το 3% του ορίου εισόδου στη Βουλή) ενός κόμματος – παρακλάδι του ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής και μάλιστα με τον «ιδρυτή» του μέσα στη φυλακή. Από την άλλη εκτιμούν ότι η Ακροδεξιά εξακολουθεί να παραμένει σε πολιτικό περιθώριο σε μια περίοδο που καταγράφονται ανησυχητικές εξελίξεις και ανατροπές σε άλλα ευρωπαϊκά εδάφη. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση κρατά στην κορυφή της ατζέντας της την ακρίβεια – τις οικονομικές δυσκολίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων που σύμφωνα και με τον Πρωθυπουργό δεν υπάρχει αμφιβολία πως «θα αυξήσουν την αγωνία» – και εντείνει από τώρα το μήνυμά της κατά της χαλαρής, πόσω μάλλον μιας «τιμωρητικής», αντιμετώπισης της εκλογικής αναμέτρησης του 2023.