Την εποχή που γράφει τον «Ανήφορο», το ανέκδοτο μέχρι πρότινος έργο του, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα στις 26 Οκτωβρίου, ο Νίκος Καζαντζάκης είναι περίπου 64 ετών. Εχει ήδη κυκλοφορήσει το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» (1946) και ολοκληρωμένη, μετά τις πολλαπλές αναθεωρήσεις, την «Ασκητική» (1945). Ζει στην εποχή του Εμφυλίου έχοντας φτάσει στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944, όταν οι εμφύλιες συγκρούσεις συγκλονίζουν την πόλη. «Από τώρα βλέπω να τρέχουν ποτάμια αίματα Ελλήνων στους δρόμους της Αθήνας, μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς» γράφει ήδη το 1943, διαπιστώνοντας την άρνηση του πολιτικού κόσμου να συνεργαστεί για να γεφυρώσει τις ιδεολογικές του διαφορές (από το kazantzaki.gr, ιστοσελίδα του Μουσείου Καζαντζάκη).
Το χειρόγραφο του «Ανήφορου» φυλασσόταν στο Μουσείο Καζαντζάκη, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τους Βαρβάρους (σημερινή Μυρτιά), με αριθμό καταγραφής ΑΥΤ.086. Το μυθιστόρημα συμπίπτει, εκτός άλλων, με την αναχώρησή του συγγραφέα για την Ευρώπη, το καλοκαίρι του 1946. Ο ίδιος θα διαμείνει για ένα διάστημα στην Αγγλία, προσκεκλημένος του Βρετανικού Συμβουλίου, και στη συνέχεια θα εγκατασταθεί στο Παρίσι, όπου διορίζεται φιλολογικός σύμβουλος στην UNESCO. Τον Μάρτιο του 1948, παραιτείται και εγκαθίσταται μόνιμα στην Αντίμπ της γαλλικής Kυανής Aκτής. Δεν θα ξαναγυρίσει στην Ελλάδα παρά μόνο για να ταφεί στον τόπο του το 1957.
Η υπόθεση
Το μυθιστόρημα αποτελείται από τρία κεφάλαια: «Κρήτη», «Αγγλία», «Μοναξιά». Ο κεντρικός ήρωας, Κοσμάς, ύστερα από απουσία είκοσι χρόνων, και την ενεργή συμμετοχή του στον πόλεμο ως αεροπόρος, επιστρέφει στην πατρίδα του, το Μεγάλο Κάστρο, μαζί με την εβραία γυναίκα του, τη Νοεμή, η οποία κουβαλάει την πανανθρώπινη μνήμη του Ολοκαυτώματος και μαζί της το ερώτημα για την αξία της ζωής. Εχουν περάσει μόλις μερικές ημέρες από τον θάνατο του πατέρα του Κοσμά, η Κρήτη μετράει τις πληγές της από τον πόλεμο, τα ρημαγμένα της χωριά ζουν προσωπικές ιστορίες θάρρους και πόνου. Αν στον «Ζορμπά» κυριαρχούν η κατάφαση στη ζωή, ο αυθορμητισμός και η αυθεντικότητα του κεντρικού ήρωα, ο «Ανήφορος» ακολουθεί μια διαφορετική πορεία. «Διατηρεί το αντιμιλιταριστικό περιεχόμενο του πρώτου, αλλά εκεί που η αισιοδοξία και η ζωή αντιπαρατίθενται με τον θάνατο, στον “Ανήφορο” το κείμενο πιο εσωτερικό, το διακρίνει μια μελαγχολία βαθιά και λυτρωτική. Ο άνθρωπος που βγαίνει από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ένας άνθρωπος χωρίς έρμα, ένας άνθρωπος που δεν μπορεί στοχαστεί το αύριο καθώς το σκιάζουν η βία και ο πόνος» σημειώνει ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, εκδότης της Διόπτρας.
«Τη λύτρωση αυτού του ανθρώπου αναζητά ο Καζαντζάκης. Ο άνθρωπος δεν έχει σωθεί, κινδυνεύει, και ο Κοσμάς μεταβαίνει στη μεταπολεμική Αγγλία για να τον σώσει. Είναι μια Αγγλία, η μεταπολεμική κοινωνία της οποίας σκιαγραφείται με τη μαεστρία ενός μεγάλου λογοτέχνη. Ο Καζαντζάκης, μάλιστα, μας μιλά για τις ανισότητες μιας ανοικοδόμησης στηριγμένης στην εκμετάλλευση και αγγίζει και το σύγχρονο θέμα των ανισοτήτων. Το προσωπικό κόστος της επιλογής του είναι τεράστιο. Στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Μοναξιά» ζούμε τη συναισθηματική ένταση της απόφασης να ζήσεις ελεύθερος χωρίς ελπίδα. Ομως αυτό είναι το χρέος, αυτός είναι ο ανήφορος που όλοι πρέπει να διαβούμε» συνεχίζει ο ίδιος.
Η έννοια του «ανήφορου»
Ο τίτλος του βιβλίου δεν δόθηκε τυχαία από τον δημιουργό του. Περιέχεται ήδη στην «Αναφορά στον Γκρέκο»: «Μια λέξη πάντα, σε όλη μου τη ζωή, με τυραννούσε και με μαστίγωνε· η λέξη Ανήφορος· τον ανήφορο αυτόν θα ‘θελα εδώ, με αλήθεια μαζί και φαντασία, να παραστήσω· και τις κόκκινες πατημασιές που αφήκε το ανηφόρισμά μου». Αυτή η κόκκινη γραμμή που είναι, όπως λέει ο ίδιος, καμωμένη από το αίμα του καλύπτει τις σελίδες του «Ανήφορου» και διέπει όλη του τη σκέψη. Κατά την ομιλία του το 1983 με θέμα «Καζαντζάκης – Σικελιανός: το χρονικό μιας φιλίας» ο Παντελής Πρεβελάκης αναφέρει: «Τα επιβλητικά αυτά έργα τα κινεί η πίστη στην κοινωνική πρόοδο και δικαιοσύνη και αλληλεγγύη προς τον άνθρωπο. Ο Καζαντζάκης χωρίς να παραιτηθεί από τον μεταφυσικό διαλογισμό, κλίνει κατά τη δεύτερη περίοδο του βίου του (σ.σ.: εννοεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) προς τον ηθικό προβληματισμό. Θέλει ν’ αφιερωθεί σε κείνους που υφίστανται το σάλο της ιστορίας». Και πιο κάτω: «Την επόμενη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο κατεδαφιστής πάει να γίνει οικοδόμος… Αν ο Καζαντζάκης επέμενε στον μονήρη διαλογισμό θα διέτρεχε τον κίνδυνο να θαυμάζεται χωρίς να διαβάζεται».
Μπορεί σήμερα να υπάρξει προσέγγιση σε αυτό το πλαίσιο, δηλαδή να διαβάζεται και όχι απλώς να θαυμάζεται; Σε αυτό το ερώτημα όφειλαν να απαντήσουν και οι επιμελητές της νέας προσπάθειας εν έτει 2022. «Η διαχρονικότητα και η απόδοσή του στον 21ο αιώνα είναι ο πυλώνας της μεγάλης προσπάθειας που χαρακτηρίζει τις επανεκδόσεις των έργων του. “Μα η γλώσσα του είναι δύσκολη”: πρόκειται για μια φράση που την ακούμε συχνά. Πρέπει όμως να δούμε ότι είναι μια γλώσσα μεγάλης δύναμης, μια γλώσσα που απεικονίζει το πάθος του δημιουργού της, που στηρίζει μια τρομερή αφηγηματική δύναμη» επισημαίνει ο Κ. Παπαδόπουλος.
Τα ερωτήματα της εποχής
Μία ακόμη ψηφίδα, λοιπόν, προστίθεται στο έργο του κορυφαίου συγγραφέα, η οποία, αν μη τι άλλο, θα επιβεβαιώσει τις σταθερές που περιλαμβάνει η λογοτεχνία του και τις σκέψεις που διαποτίζουν την εργογραφία του. Ακόμη, δηλαδή, και αν δεν πρόκειται για μια «αποκάλυψη» σε σύγκριση με τα υπόλοιπα έργα του, εντάσσεται στη διαχρονική εξέλιξη. Ο Κ. Παπαδόπουλος πιστεύει πως η χρονική γέφυρα που ρίχνει ο συγγραφέας προς το μέλλον φτάνει ως τη δική μας εποχή: «Ο Καζαντζάκης αναστοχαζόμενος πάνω σε όλες τις ανθρώπινες αντινομίες δίνει διέξοδο σήμερα περισσότερο από ποτέ ίσως, σε μια σκέψη που αναμετριέται με το σημερινό χάος ενός κόσμου που μεταβάλλεται ταχύτατα. Τα μεγάλα του λογοτεχνικά έργα μελετώντας διεξοδικά και εξονυχιστικά τον άνθρωπο, την ύπαρξη, διατηρούν μια πρωτόγνωρη φρεσκάδα και σφρίγος. Στην εποχή που δεν έχουμε φτάσει όπου μπορούμε, στεκόμαστε με δέος απέναντι στον στοχαστή που μας ζητάει να φτάσουμε όπου δεν μπορούμε. Είναι σκέψεις που καίνε τον αναγνώστη σε κάθε σελίδα και τον προσκαλούν να δει βαθιά μέσα του. Ο Καζαντζάκης γράφει με ένταση και αγωνία υπαρξιακή αναλογιζόμενος όλα τα μεγάλα ερωτήματα, που τελικά δεν ήταν μόνο της εποχής του, αλλά όλων των εποχών. Οι ήρωές του βιώνουν αυτή την αναζήτηση ως διαρκή ανάγκη για νόημα. Αυτή η ανάβαση, αυτός ο ανήφορος εγγυώνται μια διαχρονικότητα που μόνο οι παγκόσμιοι συγγραφείς μπορούν να προσφέρουν. Ο Καζαντζάκης είχε την τρομερή ικανότητα να μετατρέπει το επίκαιρο της εποχής του σε διαχρονικό».
Graphic novels με Soloup, Pan-Pan, Γ. Γούση
Οι εκδόσεις Διόπτρα ανέλαβαν από τον Φεβρουάριο του 2022 τα δικαιώματα του κορυφαίου έλληνα συγγραφέα, έπειτα από συμφωνία του εκδότη Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου με τις εκδόσεις Καζαντζάκη και την εκδότρια Νίκη Σταύρου. Τότε είχε αναφερθεί ότι «αποστολή ενός εκδοτικού οίκου που έχει την τιμή να έχει τα δικαιώματα ενός συγγραφέα τέτοιου διαμετρήματος είναι να προσφέρει στους νέους αναγνώστες την ευκαιρία να έρθουν αντιμέτωποι με τις διαχρονικές ανησυχίες και την υπέροχη γραφή του Καζαντζάκη, να ξαναγνωρίσει τον Καζαντζάκη σε όλες τις γενιές ως τον σημαντικότερο έλληνα συγγραφέα, να αναδείξει μια γραφή που αναμετρήθηκε με όλες τις μεγάλες αγωνίες και τα ερωτήματα της ύπαρξης». Στο πλαίσιο αυτό αναμένονται οι επανεκδόσεις των έργων του, με art director τον Γιάννη Καρλόπουλο, ώστε «τα εξώφυλλα και το σώμα του έργου να συνομιλούν μεταξύ τους, αλλά και με τη σκέψη του μεγάλου δημιουργού», όπως επισημαίνεται. Οι εκδόσεις παραθέτουν, εξάλλου, ένα γλωσσάρι σε κάθε νέο βιβλίο, που έχει ως στόχο να διευκολύνει κάθε αναγνώστη, χωρίς όμως να χαλάει τη ροή της ανάγνωσης.
Η φιλολογική κοινότητα και οι αναγνώστες, πάντως, αναμένουν την 26η Οκτωβρίου για να πάρουν μία πρόγευση αυτής της νέας προσέγγισης, στην οποία συνέβαλε μία επιστημονική επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από τους Θανάση Αγάθο, αναπληρωτή καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρη Κόκκορη, καθηγητή Νεοελληνικής Γραμματείας στη Φιλοσοφική Σχολή (Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, συγγραφέα και κριτικό λογοτεχνίας. Η επιτροπή αυτή συντόνισε μια μεγάλη ομάδα διαπρεπών μελετητών και, τελικά, το έργο κυκλοφορεί μάλιστα 61 χρόνια μετά την «Αναφορά στον Γκρέκο», που ήταν το τελευταίο βιβλίο του Καζαντζάκη και εκδόθηκε τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό, τον επόμενο χρόνο οι εκδόσεις Διόπτρα θα προχωρήσουν στην έκδοση graphic novels με θέμα τα μεγαλύτερα έργα του συγγραφέα, σχεδιασμένα από αναγνωρισμένους έλληνες δημιουργούς: τον «Βίο και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» θα σχεδιάσει ο Soloup, τον «Καπετάν Μιχάλη» ο Pan-Pan με τη βοήθεια στο editing από τον Γιώργο Γούση.