Η ανακίνηση του ζητήματος αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου, ως ανταπάντηση της Τουρκίας στα διεθνή θεσμικά φόρα έναντι των αυταπόδεικτων ελληνικών επιχειρημάτων περί του αδιαμφισβήτητου της εδαφικής κυριαρχίας, εντάσσεται στις διεθνείς θεσμικές ελληνοτουρκικές διαφορές, αποκρυσταλλώνοντας τη διπλωματική τακτική της Αγκυρας να διαστρεβλώσει την καθεστηκυία διεθνή έννομη τάξη. Οπως χαρακτηριστικά περιγράφεται σε απαντητική επιστολή της Τουρκίας προς τη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (Η.Ε.) «η προσπάθεια της Ελλάδας να υποβαθμίσει τις νομικές της υποχρεώσεις και να ευτελίσει το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου είναι, τουλάχιστον, απογοητευτική». Προσημειώνοντας το ζήτημα της παραβίασης των διατάξεων αποστρατιωτικοποίησης της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης του 1923 (η οποία περιλαμβάνει τη Σύμβαση της Λωζάννης του 1923 σχετικά με το καθεστώς των Στενών) και τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947 από την Ελλάδα, προβάλλεται ως ένα άμεσα ζημιωθέν κράτος, το οποίο «δικαιούται, στη νομική σχέση μεταξύ της Ελλάδας και της ίδιας, να αμφισβητήσει την αντίθεση έναντι της Τουρκίας του κυριαρχικού τίτλου της Ελλάδας (και των θαλάσσιων δικαιωμάτων που συνδέονται με αυτόν) στα νησιά. Αυτό συμβαίνει επειδή αυτός ο τίτλος κυριαρχίας έχει, από τη δεκαετία του 1960, επιβαρυνθεί ως αποτέλεσμα των πράξεων της Ελλάδας για στρατιωτικοποίηση των εν λόγω νησιών, κατά ουσιώδη παραβίαση των υποχρεώσεων της Ελλάδας από τη συνθήκη».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ